ΕΛΛΗΝΙΚΗ ΕΞΟΡΥΚΤΙΚΗ ΒΙΟΜΗΧΑΝΙΑ: ΜΠΡΟΣΤΑ ΜΕ ΜΙΚΡΑ ΑΛΛΑ ΣΤΑΘΕΡΑ ΒΗΜΑΤΑ

Η συμβολή των Μεταλλείων Κασσάνδρας

Τα τελευταία χρόνια οι βιομηχανικοί κλάδοι διεθνώς δέχονται αλλεπάλληλες πιέσεις. Η συνεχιζόμενη κρίση ξεκίνησε με την πανδημία και τις επιπτώσεις της (δυσκολία διασυνοριακών μεταφορών, μείωση κατανάλωσης άρα και ζήτησης, προβλήματα στο εργατικό δυναμικό, κ.ά.). Η μετα-Covid 19 εποχή βρήκε τη βιομηχανία να προσπαθεί να ανακάμψει και πριν αυτό επιτευχθεί άρχισε η ενεργειακή κρίση λόγω Ουκρανίας και της ακριβής πλέον ενέργειας. Ο εξορυκτικός κλάδος δεν μπορούσε να αποτελέσει εξαίρεση. Και φτάνουμε στο σήμερα, όπου η συνεχιζόμενη επαγρύπνηση για την πανδημία, η ακριβή ενέργεια που τροφοδοτεί μια συνεχώς υποβόσκουσα ενεργειακή κρίση λόγω γεωπολιτικών αναταράξεων –όσο το μέτωπο στην Ουκρανία παραμένει ανοικτό και νέα μέτωπα ανοίγουν–, και η γενικευμένη ανησυχία και λόγω της ανόδου του κόστους πρώτων υλών, έχουν επιφέρει διαταραχή στις εφοδιαστικές αλυσίδες και έντονες πληθωριστικές πιέσεις.

Παρ’ όλα αυτά, παρά τις διεθνείς προκλήσεις και το ευμετάβλητο της διεθνούς αγοράς, όπως φαίνεται από την ετήσια έκθεση δραστηριοτήτων του Συνδέσμου Μεταλλευτικών Επιχειρήσεων για το 2022, η ελληνική εξορυκτική βιομηχανία, για ακόμη μία φορά, επέδειξε ανθεκτικότητα και αυτή τη χρονιά.

Το ξεκίνημα λοιπόν του περασμένου έτους ήταν ενθαρρυντικό για τον ελληνικό εξορυκτικό κλάδο με άνοδο της ζήτησης κυρίως λόγω του εγχώριου κατασκευαστικού τομέα, της διεθνούς ζήτησης των μετάλλων και των βιομηχανικών ορυκτών, την καλή πορεία στις εξαγωγές καθετοποιημένων προϊόντων μαρμάρων και τους περιορισμούς των εξαγωγών της Κίνας σε προϊόντα μαγνησίας για περιβαλλοντικούς λόγους. Και αυτό συνέβη παρά τις ανοδικές τάσεις στο κόστος παραγωγής. Στο δεύτερο τρίμηνο του 2022 σημειώθηκε μια εκτίναξη του κόστους ενέργειας, ακόμα και μετά τις κρατικές επιδοτήσεις, μεγέθυνση των δυσκολιών εφοδιασμού με πρώτες ύλες και μηχανήματα, και επίδραση από τις έντονες πληθωριστικές τάσεις και προβλήματα από τις κυρώσεις σε βάρος της Ρωσίας. Η ανοδική πορεία του πρώτου εξαμήνου επιβραδύνθηκε αλλά δεν ανακόπηκε. Να σημειωθεί πως οι πιέσεις στο κόστος εξόρυξης/παραγωγής δεν αντισταθμίζονται πλήρως από τις αυξημένες τιμές, διότι οι αυξήσεις αυτές περιορίζονται από τον διεθνή ανταγωνισμό παραγωγών από χώρες που δεν έχουν τα ίδια μακροοικονομικά χαρακτηριστικά, ειδικά εκτός Ε.Ε.

Τελικά, όμως ο ελληνικός εξορυκτικός κλάδος αποδεικνύεται ανθεκτικός και -σύμφωνα με τα στοιχεία του ΣΜΕ–, για το 2022, σημειώθηκε αύξηση παραγωγής εμπορεύσιμων προϊόντων κατά 3%, αύξηση εσόδων κατά 12,5% και αύξηση των εξαγωγών κατά 20%, σε σχέση με το 2021.

Αυτό οφείλεται στο ότι το 2022 χαρακτηρίστηκε από υψηλή ζήτηση μεγάλου μέρους εξορυκτικών και μεταλλουργικών προϊόντων. Η αυξημένη ζήτηση οδήγησε σε αύξηση τιμών που σε αρκετά προϊόντα κυμάνθηκαν από 15% έως 20% έναντι του 2021, σημειώνοντας αύξηση κύκλου εργασιών 12,5%. Η παραγωγή εμπορεύσιμων προϊόντων αυξήθηκε κατά 3% σε όλες τις κατηγορίες προϊόντων του κλάδου. Όπως γίνεται κατανοητό, ο αυξημένος κύκλος εργασιών δεν οδηγεί απαραίτητα σε αυξημένη κερδοφορία, λόγω του υψηλού κόστους ενέργειας και πρώτων υλών που προαναφέραμε.

Στην ΒΑ Χαλκιδική βρίσκεται ένα από τα σημαντικότερα και πλέον ελπιδοφόρα επενδυτικά έργα στον τομέα της εξόρυξης, τα Μεταλλεία Κασσάνδρας, τα οποία διαχειρίζεται η Ελληνικός Χρυσός, μια εταιρεία με 100% ελληνική διοίκηση, στελέχη και εργαζόμενους, με μητρική την διεθνή μεταλλευτική εταιρεία Eldorado Gold. Η συμβολή των Μεταλλείων Κασσάνδρας στην θετική εικόνα που παρουσιάζει η ελληνική εξορυκτική βιομηχανία είναι σημαντική. Χαρακτηριστικά, να αναφέρουμε τα στοιχεία που δίνει ο ΣΜΕ, του οποίου η Ελληνικός Χρυσός είναι μέλος, για την παραγωγή συμπυκνωμάτων χρυσοφόρου αρσενοπυρίτη – ο οποίος στην Ελλάδα παράγεται μόνο από τα Μεταλλεία Κασσάνδρας. Από το 2016 λοιπόν, που η παραγωγή ήταν 3,5 χιλιάδες ουγκιές, φτάσαμε το 2022 να έχουμε μια παραγωγή 114,5 χιλιάδων ουγκιών, και αυτό χωρίς να έχει αναπτυχθεί πλήρως το επενδυτικό σχέδιο.

Φυσικά, με το νέο επενδυτικό σχέδιο των Μεταλλείων Κασσάνδρας και την χρηματοδότηση η οποία εξασφαλίστηκε μέσω κοινοπρακτικού τραπεζικού δανεισμού και συμμετοχή του Ταμείου Ανάκαμψης, ξεκινούν οι εργασίες της ολοκλήρωσης της μεταλλουργικής μονάδας των Σκουριών, της οποίας η κατασκευή είχε ξεκινήσει, αλλά σταμάτησε και σήμερα βρίσκεται σε καθεστώς συντήρησης. Με την ολοκλήρωση και λειτουργία αυτής της μονάδας και την πλήρη ανάπτυξη των Μεταλλείων Κασσάνδρας, ο ελληνικός μεταλλευτικός χάρτης θα αλλάξει άρδην. Εκτός από την αύξηση των θέσεων εργασίας και την ουσιαστική συμβολή στην τοπική και εθνική οικονομία, η Ελλάδα θα έχει την ευκαιρία να συμπεριληφθεί στο κλειστό κλαμπ των χωρών παραγωγών χρυσού, και μάλιστα σε μια από τις κορυφαίες θέσεις της Ευρωπαϊκής λίστας μαζί με την Φινλανδία και την Σουηδία. Σήμερα η Φινλανδία παράγει 7,7 τόνους, η Σουηδία 8,1 τόνους και η Ελλάδα μπορεί να φτάσει τους 6,7 τόνους (από 1,7 που παράγει σήμερα).

Έτσι, στο κοντινό μέλλον, στην ΒΑ Χαλκιδική θα δραστηριοποιείται μια εξορυκτική δραστηριότητα από την οποία θα παράγεται χρυσός, ασήμι, χαλκός, μόλυβδος και ψευδάργυρος, με μεθόδους state of the art, ασφάλεια για το περιβάλλον και τους εργαζόμενους, με χρονικό ορίζοντα τουλάχιστον 20 χρόνια.

Τα ανωτέρω πρέπει να συνδυαστούν και με τους κανόνες για την εγχώρια δυναμικότητα των χωρών της ΕΕ για όλες τις φάσεις της εφοδιαστικής αλυσίδας των κρίσιμων πρώτων υλών (ΚΠΥ) που θέτει η «Πράξη για τις Κρίσιμες Πρώτες Ύλες» που ψήφισε πρόσφατα η Ευρωπαϊκή Επιτροπή. Αφορούν τη διαφοροποίηση του τρόπου εφοδιασμού της ΕΕ μέχρι το 2030, το αργότερο. Ενδεικτικά, τουλάχιστον το 10 % της ετήσιας κατανάλωσης ΚΠΥ της ΕΕ θα αφορά την εξόρυξη εντός της Ε.Ε., ενώ παράλληλα θα απλουστευτούν οι διαδικασίες αδειοδότησης για έργα σχετικά με την εξόρυξη ΚΠΥ στην ΕΕ. Επιπλέον, επιλεγμένα στρατηγικά έργα θα λάβουν στήριξη για την πρόσβαση σε χρηματοδότηση και συντομότερες προθεσμίες αδειοδότησης (24 μήνες για τις άδειες εξόρυξης και 12 μήνες για τις άδειες επεξεργασίας και ανακύκλωσης). Τα κράτη μέλη θα πρέπει επίσης να αναπτύξουν εθνικά προγράμματα για την εξερεύνηση των γεωλογικών τους πόρων.

Αυτά και αν είναι καλά νέα για το μέλλον της Ελληνικής εξορυκτικής βιομηχανίας. Σε πείσμα των διεθνών συγκυριών η πορεία της μπορεί να συνεχίσει να είναι θετική, αρκεί να εστιάσουμε στις πραγματικές ανάγκες της και τους μεσοπρόθεσμους στόχους της, οι οποίοι συμβαδίζουν και εναρμονίζονται με τους αντίστοιχους της Ευρωπαϊκής Ένωσης.