Οι ενδιαφερόμενοι επενδυτές εξακολουθούν να αμφισβητούν τις εκτιμήσεις της ΔΕΗ για τη βιωσιμότητα των μονάδων Μελίτης και Μεγαλόπολης και αναμένουν πρόσθετα μέτρα για την περαιτέρω βελτίωση της αποδοτικότητάς τους.
Το «πουλάω όσο όσο» δεν έφερε στρατιά επενδυτών για τις λιγνιτικές μονάδες της ΔΕΗ. Στην πρόσκληση εκδήλωσης ενδιαφέροντος της ΔΕΗ για την πώληση των μονάδων Μελίτης και Μεγαλόπολης και παρά το έδαφος που έστρωσε με νομοθετική ρύθμιση η κυβέρνηση για πώληση σε οποιοδήποτε τίμημα, ανταποκρίθηκαν τελικά οι πέντε υποψήφιοι του προηγούμενου διαγωνισμού συν μία ακόμη κινεζική εταιρεία.
Πρόκειται για την κοινοπραξία της κινεζικής Beijing Guohua Power και της Damco Energy (Ομιλος Κοπελούζου, την China Western Power, την κοινοπραξία της Sev.En Energy AG – Indoverse (Czech) Coal Investments Limited, την ΓΕΚ Τέρνα, την ΕΛΒΑΛΧΑΛΚΟΡ και τη «Μυτιληναίος Α.Ε.». Αν και η διοίκηση της ΔΕΗ εξέφρασε την ικανοποίησή της και την προσδοκία «ότι με αυτή τη συμμετοχή και ενδιαφέρον θα υπάρξει ουσιαστικός διαγωνισμός και θετική έκβαση της διαδικασίας αποεπένδυσης», στην πραγματικότητα το εγχείρημα θα κριθεί στη φάση των διαπραγματεύσεων για το τελικό κείμενο της Συμφωνίας Αγοραπωλησίας Μετόχων (SPA), που θα ξεκινήσουν μόλις οι επενδυτές παραλάβουν το αρχικό σχέδιο από τη ΔΕΗ, κάτι που αναμένεται μέσα στην ερχόμενη εβδομάδα. Από άποψης επενδυτικού ενδιαφέροντος, ο νέος διαγωνισμός διαφοροποιείται σε σχέση με τον προηγούμενο στη συμμετοχή της κινεζικής China Western Power, η έλευση της οποίας είναι αποτέλεσμα των προσωπικών προσπαθειών του επικεφαλής της ΔΕΗ Μανόλη Παναγιωτάκη, που για τον λόγο αυτό ταξίδεψε τις προηγούμενες ημέρες στην Κίνα.
Οι προσδοκίες του κ. Παναγιωτάκη για συμμετοχή μιας ακόμη κινεζικής εταιρείας και συγκεκριμένα της CMEC που είχε ενδιαφερθεί παλαιότερα για τη Μελίτη και είχε υπογράψει μνημόνιο συνεργασίας με τη ΔΕΗ, όπως και εταιρειών από τις ΗΠΑ και τη Ρωσία δεν επαληθεύτηκαν. Τη σημασία του έχει και η επάνοδος στον διαγωνισμό της κινεζικής εταιρείας Beijing Guohua Power και του Ομίλου Κοπελούζου (DAMCO ENERGY) που εμφανίστηκαν και στον προηγούμενο διαγωνισμό ως κοινοπραξία αλλά αποσύρθηκαν στο στάδιο της υποβολής δεσμευτικών προσφορών, αλλά και της ΕΛΒΑΛΧΑΛΚΟΡ.
Οι υποψήφιοι επενδυτές στο σύνολό τους εμφανίζονται επιφυλακτικοί. H τελική στάση τους θα κριθεί από τους όρους του SPA αλλά και τη νέα αποτίμηση των μονάδων, την οποία έχει προδιαγράψει εν πολλοίς η πρόσφατη νομοθετική ρύθμιση Σταθάκη. Αυτή αναφέρει ότι η ΔΕΗ δύναται να ορίσει εκτιμητή και στην περίπτωση αυτή ο εκτιμητής θα λάβει υπόψη του αντίστοιχες εμπορικές συναλλαγές στην ευρωπαϊκή αγορά και τα αποτελέσματα του προηγούμενου διαγωνισμού. Αυτό σημαίνει ότι η προσφορά της «Μυτιληναίος» για τη Μελίτη έναντι τιμήματος 25 εκατ. ευρώ θα αποτελέσει κατώφλι για τη νέα αποτίμηση της μονάδας, έναντι αποτίμησης 153 εκατ. ευρώ του ανεξάρτητου εκτιμητή στον προηγούμενο διαγωνισμό. Η αντίστοιχη αποτίμηση των μονάδων της Μεγαλόπολης ήταν 153 εκατ. ευρώ. Για το σύνολο των μονάδων προσφορά έναντι τιμήματος 103 εκατ. ευρώ είχε υποβάλει η κοινοπραξία των Seven Energy – ΓΕΚ Τέρνα, η οποία όμως κρίθηκε εκτός πλαισίου, αφού έθετε ως προϋπόθεση της ενσωμάτωσης στο SPA μηχανισμού επιμερισμού τυχόν ζημιών των μονάδων για έξι χρόνια. Ο όρος αυτός είχε συμπεριληφθεί στο αρχικό σχέδιο της τροπολογίας του υπουργείου Ενέργειας, αλλά απορρίφθηκε από την DGcomp, που σημαίνει ότι δύσκολα θα περάσει και στο νέο SPA. Για τους Τσέχους της Seven Energy, πάντως, ο όρος αυτός εξακολουθεί να είναι κρίσιμος για τη συμμετοχή τους στην επόμενη φάση του τρέχοντος διαγωνισμού. Η διασφάλιση της τροφοδοσίας με λιγνίτη της Μελίτης με όρους βιώσιμους αποτελεί μία ακόμη παράμετρο που θα κρίνει την τελική στάση των υποψηφίων επενδυτών. Η ΔΕΗ βρίσκεται σε διαπραγματεύσεις με την ιδιοκτησία της «Ορυχεία Αχλάδας» που έχει αναλάβει την τροφοδοσία της Μελίτης για τη μείωση του κόστους από τα 23 ευρώ ο τόνος λιγνίτη σήμερα στα 18 ευρώ, επίπεδα που σύμφωνα με τον κ. Παναγιωτάκη καθιστούν τη μονάδα κερδοφόρα.
Αμφισβήτηση
Οι ενδιαφερόμενοι επενδυτές εξακολουθούν να αμφισβητούν τις εκτιμήσεις της ΔΕΗ για τη βιωσιμότητα των μονάδων Μελίτης και Μεγαλόπολης και αναμένουν πρόσθετα μέτρα για την περαιτέρω βελτίωση της αποδοτικότητάς τους. Θα πρέπει να σημειωθεί ότι από τον προηγούμενο διαγωνισμό η ΔΕΗ είχε προχωρήσει σε πρόγραμμα εθελουσίας εξόδου στις προς πώληση μονάδες στα οποία και δήλωσαν συμμετοχή 273 άτομα, ενώ ένας επιπλέον αριθμός 70 περίπου ατόμων έχει δηλώσει να μετακινηθεί σε άλλες μονάδες της ΔΕΗ και στον ΔΕΔΔΗΕ.
Δεδομένου ότι οι υποψήφιοι επενδυτές που είχαν πρόσβαση στα οικονομικά στοιχεία των μονάδων στον προηγούμενο διαγωνισμό έκριναν ότι για να είναι βιώσιμες, οι εργαζόμενοι θα πρέπει να μειωθούν στα 600 άτομα από τα 1.248 σήμερα, εκτιμάται ότι η ΔΕΗ θα προχωρήσει και σε νέο πρόγραμμα εθελουσίας εξόδου. Κρίσιμος παράγοντας για την πορεία του νέου εγχειρήματος είναι και τα Αποδεικτικά Διαθεσιμότητας Ισχύος, μέσω των οποίων θα αποζημιώνονται οι μονάδες για την ενέργεια που παρέχουν στο σύστημα για τα οποία εκκρεμεί η έγκρισή του σχετικού μηχανισμού από την DGcomp. Δεδομένου ότι η νομοθετική ρύθμιση για τον νέο διαγωνισμό, δεν αφήνει κανένα περιθώριο να καταστεί άγονος και με ανοιχτό το ενδεχόμενο η Κομισιόν να απαιτήσει πώληση υδροηλεκτρικών μονάδων ή αύξηση των ποσοτήτων ενέργειας που η ΔΕΗ παρέχει σε τρίτους μέσω δημοπρασιών (ΝΟΜΕ), η Επιχείρηση βρίσκεται στην πραγματικότητα εγκλωβισμένη, γι’ αυτό και δύσκολα θα αποφύγει μέτρα που θα προτείνουν οι επενδυτές προκειμένου να καταθέσουν δεσμευτικές προσφορές.
Στο σύνολό τους τα αιτήματα των επενδυτών συνδέονται με το υψηλό κόστος των ρύπων (CO2), στο οποίο η Ε.Ε. έχει στηρίξει την πολιτική για την κλιματική αλλαγή που οδηγεί στην απανθρακοποίηση, υποχρεώνοντας τις εταιρείες ηλεκτρισμού να αποεπενδύουν από τον λιγνίτη και να στρέφονται στις ΑΠΕ. Την τάση αυτή εξάλλου ακολουθεί και η ΔΕΗ. Ο ίδιος ο κ. Παναγιωτάκης έχει δηλώσει ότι δεν πουλάμε λιγνίτες μόνο γιατί έχουμε υποχρέωση έναντι της Κομισιόν, αλλά γιατί πρέπει να αποεπενδύσουμε και να στραφούμε στις ΑΠΕ. Ηδη η ΔΕΗ πληρώνει ακριβά το κόστος των ρύπων. Το 2018 έδωσε για ρύπους 363 εκατ. ευρώ έναντι 175 εκατ. ευρώ το 2017. Η άνοδος των τιμών των CO2 από τα 18 ευρώ ο τόνος τον προηγούμενο μήνα στα 23 ευρώ σήμερα αποτελεί κακό οιωνό για το νέο εγχείρημα αποεπένδυσης της ΔΕΗ στον λιγνίτη.
[ΠΗΓΗ: http://www.kathimerini.gr, της Χρύσας Λιάγγου, 19/3/2019]