ΣΤΑΓΕΙΡΑ, Η ΠΑΤΡΙΔΑ ΤΟΥ ΑΡΙΣΤΟΤΕΛΗ, ΕΝΑΣ ΑΠΟ ΤΟΥΣ ΠΙΟ ΣΗΜΑΝΤΙΚΟΥΣ ΑΡΧΑΙΟΛΟΓΙΚΟΥΣ ΧΩΡΟΥΣ ΣΤΗ ΧΑΛΚΙΔΙΚΗ

Τα αρχαία Στάγειρα, η πατρίδα του Αριστοτέλη, του μεγαλύτερου φιλοσόφου της αρχαιότητας, δασκάλου του Μεγάλου Αλεξάνδρου, είναι ένας από τους πιο σημαντικούς αρχαιολογικούς χώρους της Χαλκιδικής. Βρίσκονται περίπου 500 μέτρα νοτιοανατολικά του σημερινού χωριού της Ολυμπιάδας, πάνω σε μια μικρή, ορεινή χερσόνησο, η οποία ονομάζεται “Λιοτόπι”.

Η ίδρυση των Σταγείρων

Τα Στάγειρα ιδρύθηκαν από Άνδριους αποίκους γύρω στο 655 π.Χ. στον ανατολικό ορεινό αυχένα της Χαλκιδικής, ενώ λίγο αργότερα έφθασαν εκεί και άποικοι από τη Χαλκίδα.

Στις αρχαίες πηγές γίνεται ακριβής αναφορά για τη θέση της πόλης: τοποθετούν τα Στάγειρα βορειότερα της Ακάνθου και σε παραθαλάσσιο μέρος και προσθέτουν την ύπαρξη ενός μικρού νησιού απέναντι από την πόλη με το όνομα “Κάπρος” (το ίδιο όνομα αποδίδεται και για το λιμάνι της πόλης, ενώ πολλά νομίσματα της πόλης έφεραν ως σύμβολο τον κάπρο).

Σύμφωνα με την παράδοση, οι Σταγειρίτες μετέφεραν και έθαψαν στην πόλη τους τα οστά του Αριστοτέλη και καθιέρωσαν προς τιμή του μεγάλη γιορτή, τα “Αριστοτέλεια”.

Η ιστορία του τόπου

Μετά τα Περσικά, τα Στάγειρα συμμετείχαν στην Α’ Αθηναϊκή Συμμαχία προσφέροντας στο κοινό ταμείο τον σχετικά μικρό φόρο του ενός ταλάντου. Κατά τον Πελοποννησιακό πόλεμο, όμως, η πόλη αποστάτησε από τους Αθηναίους το 424 π.Χ., συμμάχησε με τους Σπαρτιάτες και παραδόθηκε στο Βρασίδα. Η στάση της αυτή εξόργισε τους Αθηναίους, οι οποίοι έστειλαν τον Κλέωνα για να την επαναφέρει στην αθηναϊκή σφαίρα επιρροής. Ωστόσο, οι κάτοικοι της πόλης αντιμετώπισαν με επιτυχία τον Κλέωνα και η πόλη διατήρησε την αυτονομία της.

Κατά τον Ολυνθιακό πόλεμο (349 π.Χ.) τα Στάγειρα, ως μέλος του “Κοινού των Χαλκιδέων”, πολιορκήθηκαν από τον Φίλιππο Β’ και καταστράφηκαν, αλλά ανοικοδομήθηκαν και πάλι από τον ίδιο, ύστερα από παρέμβαση του Αριστοτέλη, που στο μεταξύ είχε προσληφθεί ως δάσκαλος του γιου του, Αλεξάνδρου (Ηρόδοτος 7,115. Θουκυδίδης 4,88,2. Στράβωνας 7,331. Πλούταρχος, Αλέξανδρος 7,3). Παρά την ανοικοδόμηση, η καταστροφή αυτή σηματοδότησε την παρακμή της πόλης, που άρχισε να φθίνει σταδιακά.

Περίπου χίλια χρόνια αργότερα, κτίστηκε στην ίδια περιοχή ένα μικρό βυζαντινό κάστρο, το οποίο ονομαζόταν “Λιβασδιάς” και αργότερα “Λιψάσδα”. Από αυτό έχουν διασωθεί λίγα κτίσματα στην κορυφή του βόρειου λόφου και τμήμα ενός διατειχίσματος στις παρυφές του.

Η αρχαιολογική έρευνα

Οι πρώτες ανασκαφικές προσπάθειες έγιναν στα τέλη της δεκαετίας του 1960 από τον αρχαιολόγο Φ. Πέτσα. Στις αρχές τις δεκαετίας του 1990 ξεκίνησαν συστηματικές ανασκαφές από τη ΙΣΤ’ Εφορεία Προϊστορικών και Κλασικών Αρχαιοτήτων με διευθύνοντα τον αρχαιολόγο Κ. Σισμανίδη, οι οποίες έφεραν στο φως σημαντικά ευρήματα και στοιχεία για τη γενέτειρα του Αριστοτέλη. Από το 1995, στο πλαίσιο μιας ευρύτερης μελέτης που συντάχθηκε από ομάδα αρχιτεκτόνων, πραγματοποιήθηκαν αναστηλωτικές επεμβάσεις μεγάλης κλίμακας στο νότιο σκέλος της οχύρωσης και στην ακρόπολη και δημιουργήθηκαν διαδρομές και σημεία θέασης για τους επισκέπτες. Από το 2011 έως το 2013, με διευθύνοντα τον αρχιτέκτονα Γ. Γιαννάκη, οι εργασίες ανάδειξης του αρχαιολογικού χώρου επεκτάθηκαν και στον βόρειο λόφο με την αναστήλωση μιας ελληνιστικής οικίας, τμήματος του υστεροκλασικού τείχους, των ιερών και των εργαστηρίων.

Σήμερα, έπειτα από συστηματικές ανασκαφές, διαμορφώσεις και αναστηλώσεις, τα αρχαία Στάγειρα αποτελούν έναν θελκτικό για τον επισκέπτη αρχαιολογικό χώρο, μέσα σ’ ένα τοπίο ιδιαίτερου φυσικού κάλλους, δίπλα στην τοπική κοινότητα της Ολυμπιάδας, του Δήμου Αριστοτέλη.

Τα αρχαιολογικά ευρήματα

Η πρώτη, αρχαϊκή οχύρωση της πόλης εντοπίστηκε στο νότιο πρανές, λίγο χαμηλότερα από την κορυφή του λόφου, στη γραμμή ακριβώς του μεταγενέστερου βυζαντινού διατειχίσματος. Μέσα από την πύλη της αρχαϊκής οχύρωσης αποκαλύφθηκε ένα μαρμαροθετημένο δάπεδο, ενώ εξωτερικά ένα αψιδωτό κτίριο δημόσιου χαρακτήρα, που κτίστηκε στα χρόνια του Αλεξάνδρου. Βορειότερα, σε διαμορφωμένο πλάτωμα στην κορυφή του λόφου, κάτω από τα θεμέλια της βυζαντινής ακρόπολης, διακρίνεται μεγάλο τμήμα ενός εκατόμπεδου αρχαϊκού ναού του 6ου αιώνα π.Χ. Θραύσματα αρχιτεκτονικών γλυπτών και άλλων μελών που βρέθηκαν εκεί, τμήματα ιωνικού κυματίου, αλλά και κομμάτια γλυπτού διακόσμου με ανθρώπινες παραστάσεις συνέθεταν την ανάγλυφη διακόσμηση του θριγκού του ναού.

Στην ανατολική άκρη του ίδιου λόφου ήρθαν στο φως δύο ιερά (το πρώτο αποτελείται από βωμό, εσχάρα για θυσίες και δύο τετράπλευρους χώρους, το δεύτερο είναι ένα κυκλικό κτίσμα) του 6ου αι. π.Χ., στα οποία οι κάτοικοι λάτρευαν τις θεότητες, προστάτιδες της πόλης. Και από τα δύο ιερά προέρχεται πλήθος ευρημάτων με πολλά πήλινα ειδώλια και μεγάλες γυναικείες προτομές, τα οποία οδηγούν στο συμπέρασμα ότι στο πρώτο λατρευόταν γυναικεία θεότητα, ενώ το δεύτερο ήταν αφιερωμένο στην θεά Δήμητρα. Δίπλα από τα ιερά σώζεται τμήμα του υστεροκλασικού τείχους, που ταυτίζεται μ’ εκείνο που έκτισε ο Φίλιππος Β’, αφού προηγουμένως ο ίδιος είχε καταστρέψει την πόλη.

Όταν κατά τον 5ο αι. π.Χ., ο πληθυσμός των Σταγείρων αυξήθηκε, η πόλη επεκτάθηκε και στον γειτονικό νότιο λόφο. Τότε έγινε και η συνολική της οχύρωση με ισχυρό τείχος μήκους περίπου 2 χλμ., κτισμένο με πωρόλιθους, ασβεστόλιθους και μαρμαρόλιθους με διάφορα συστήματα δόμησης, που περιβάλλει και τους δύο λόφους και ενισχύεται, κατά διαστήματα, με τετράγωνους και κυκλικούς πύργους και εσωτερικές κλίμακες ανόδου. Στην κορυφή του νότιου αυτού λόφου, βρίσκεται η ακρόπολη με σχήμα σχεδόν ορθογώνιου τριγώνου. Η ακρόπολη περιβαλλόταν από οχυρωματικό περίβολο για την προστασία των κατοίκων σε περιόδους κινδύνου. Στο κέντρο της βρισκόταν μια δεξαμενή νερού για τη συλλογή ομβρίων υδάτων, ενώ σε διπλανά σημεία βρίσκονταν κτίσματα, πιθανότατα στρατιωτικά φυλάκια, για την επιτήρηση της περιοχής. Λίγο δυτικότερα από την ακρόπολη, ήρθε στο φως ο κεντρικός υδροδοτικός αγωγός, που τροφοδοτούσε με νερό τους κατοίκους της πόλης.

Οικίες των αρχαϊκών, κλασικών και ελληνιστικών χρόνων αποκαλύφθηκαν σε διάφορα σημεία. Πρόκειται για λιθόκτιστα σπίτια του 5ου, 4ου και 3ου αι. π.Χ. και φωτίζουν την οικιστική αρχιτεκτονική της πόλης, την οικιακή οικονομία και την κοινωνία των Σταγείρων. Οι έντονες κλίσεις του εδάφους επέβαλλαν διάφορες πρακτικές λύσεις για το κτίσιμο των σπιτιών, τα οποία διέθεταν συχνά μεγάλα δωμάτια και υπόγειους αποθηκευτικούς χώρους. Στενοί, αρκετές φορές λιθόστρωτοι δρόμοι χώριζαν τα σπίτια μεταξύ τους.

Τέλος, η αγορά των Σταγείρων εντοπίσθηκε στον χαμηλό αυχένα ανάμεσα στους λόφους. Εδώ ερευνήθηκαν μια καλοδιατηρημένη στοά των κλασικών χρόνων, κτισμένη κυρίως από μαρμάρινους γωνιόλιθους με μνημειακή κλίμακα, λιθόστρωτοι δρόμοι, δημόσιες αποθήκες και καταστήματα.

Αρχαϊκό Ιερό πόλης Σταγείρων

Αφιερωμένο σε άγνωστη μέχρι σήμερα θεότητα, στο ακρότατο βορειοανατολικό σημείο του βόρειου λόφου ανακαλύφθηκε ένα αρχαϊκό ιερό. Αποτελείται από δύο ανισομεγέθεις τετράπλευρους χώρους, δεξιά και αριστερά ενός λιθόστρωτου και βαθμιδωτού διαδρόμου, από τον οποίο ανοίγονταν συμμετρικά είσοδοι και προς τους δύο χώρους του ιερού.

Ο μικρότερος χώρος του ιερού (στα ανατολικά), τραπεζιόσχημης κάτοψης, είχε βοηθητικό χαρακτήρα. Στο εσωτερικό του μεγαλύτερου χώρου, επίσης τραπεζιόσχημης κάτοψης, διατηρούνται τα κατάλοιπα λιθόκτιστου τοίχου και δίπλα του ενός βωμού κατασκευασμένου με δύο επάλληλες μεγάλες πέτρες.

Κοντά στο βωμό διατηρήθηκε μία κατάγεια σχεδόν τετράγωνη εσχάρα θυσιών, κατασκευασμένη με τέσσερις απλές μαρμάρινες πλάκες, μία για κάθε πλευρά. Κινητά ευρήματα: θραύσματα κορινθιακών και ερυθρόμορφων και μελαμβαφών αττικών αγγείων, τμήματα ειδωλίων και μεγάλων πήλινων (λατρευτικών) γυναικείων προτομών, μία πήλινη μήτρα που απεικονίζει μυθολογική σκηνή.

 

[ΠΗΓΗ: https://thesstoday.gr/, με πληροφορίες – φωτογραφίες: Υπουργείο Πολιτισμού / ΟΔΥΣΣΕΥΣ, Εφορεία Αρχαιοτήτων Χαλκιδικής και Αγίου Όρους, Δήμος Αριστοτέλη, 18/11/2023]