ΠΑΡΑΔΟΣΙΑΚΟ ΧΡΙΣΤΟΥΓΕΝΝΙΑΤΙΚΟ ΦΑΓΗΤΟ ΤΗΣ ΙΕΡΙΣΣΟΥ – ΜΠΟΥΜΠΑΡ’ (ΜΠΟΥΜΠΆΡΙ)

Λες και ήταν χθες. Θυμάμαι πόσο χαρούμενη μ’ έκαναν να νιώθω οι οικογενειακές συγκεντρώσεις. Ευτυχία, χαρά, πληρότητα. Πότε τα αδέρφια του πατέρα, πότε της μητέρας και πότε κοινές συγκεντρώσεις των δύο πλευρών. Οι ευκαιρίες πολλές. Άλλοτε μια ονομαστική ή θρησκευτική ή και εθιμοτυπική γιορτή, ένα χαρούμενο γεγονός όπως ένας γάμος, μία βάφτιση ή ένας επαναπατρισμός κ.α., ακόμη και μια τυχαία μάζωξη, έπαιρναν την μορφή ενός μικρού γλεντιού. Και ο τόπος; Σίγουρα ένα σπίτι συγγενικό. Ο χώρος; Πότε στην κουζίνα, στη σάλα (ο μεγάλος μακρόστενος χώρος ανάμεσα στα δωμάτια), στο καθιστικό και σπάνια στο σαλόνι (αν υπήρχε) που άνοιγε σε πολύ ιδιαίτερες περιπτώσεις κυρίως λόγω δυσκολίας θέρμανσης, ή αν ήταν καλοκαίρι στο μπαλκόνι ή την αυλή.

Λες και ήταν χθες. Τα καλοκαίρια έρχονταν… στο χωριό και τα αδέρφια της μάνας μου που ζούσαν μακριά, λόγω της δουλειάς τους. Φυσικά μαζί με τις οικογένειες τους, τις θείες και τα ξαδέρφια μου αφού τα κανόνιζαν έτσι ώστε οι διακοπές τους να συμπέσουν. Έλαμπε το πρόσωπο της μητέρας μου. Ξεχείλιζε η χαρά και στην δική μου καρδιά.

Λες και ήταν χθες: -Μαρίκα! Να μας κάν’ς μπουμπάρ’ κι σ’κώτ’ (συκώτι) χοιρινό αλλά όπως τα έκανε η μητέρα. Οι γυναίκες μας δεν ξέρουν να κάνουν μπουμπάρ ́ κι όσο για το συκώτ’ δεν το καταφέρνουν όπως η μητέρα μας. Η φωνή του θείου μου λες κι αντήχησε στ’ αυτιά μου.

Και η μητέρα μου έβαζε την ποδιά, την μαντήλα στο κεφάλι για να προστατεύει τα φαγητά κατά την προετοιμασία, σήκωνε τα μανίκια μέχρι τους αγκώνες και άρχιζε τη δουλειά, χαρούμενη και ακούραστη, για να ετοιμάσει το γεύμα-γλέντι προς τιμήν των ξενιτεμένων, με την παρουσία βέβαια όλων των αδερφών της. 

Εμείς τα παιδιά σε διπλανό τραπέζι, είχαμε το δικό μας γλέντι και στήναμε αυτί να ακούμε τα παιδικά κατορθώματα των μεγάλων, που έβγαιναν στη φόρα καθώς ανασύρονταν στη μνήμη με την βοήθεια του κρασιού και του τσίπουρου. Αυτά, δεδομένης της ευκαιρίας θα τα χρησιμοποιούσαμε ώστε να πάρουμε άφεση για δικές μας σκανταλιές.

Λες και ήταν χθες. Όλα αυτά μου ήρθαν στο μυαλό ακούγοντας το καλοκαίρι έναν λιχούδη φίλο μου να λέει πως πολύ θα ήθελε να φάει μπουμπάρι. Τότε σκέφτηκα να σώσω τη συνταγή που είχε φτάσει σε μένα από τη γιαγιά μου μέσω της μητέρας μου, για τους φίλους του «Κυττάρου». Την επόμενη μέρα πήρα χαρτί και μολύβι, και αφού ετοίμασα καφεδάκια για μένα και τη μητέρα μου, άρχισα την καταγραφή της εκδοχής της παραδοσιακής συνταγής της γιαγιάς.

Υλικά:

  • Μία συκωταριά τραΐσια (από τράγο) με το έντερο
  • Μισή φλυτζάνα λάδι 
  • Μισή φλυτζάνα ρύζι πλυμένο 
  • Ένα μέτριο κρεμμύδι 
  • Σταφίδες 
  • Λίγο μαϊντανό 
  • Λίγο άνηθο 
  • Ξερό δυόσμο 
  • Αλάτι, πιπέρι 
  • Λίγο ξύδι 

Σκεύη και εργαλεία:

  • Ταψί Νο 32
  • Βελόνα χοντρή (για το τρύπημα)
  • Βελόνα πλεξίματος (για το γύρισμα των έντερων)
  • Χοντρή βαμβακερή κλωστή(για το δέσιμο) 
  • Κατσαρόλα (για το ζεμάτισμα της συκωταριάς και την προετοιμασία της γέμισης) 
  • Λεκανίτσα για το πλύσιμο των έντερων

Διαβάστε εδώ την εκτέλεση της συνταγής:

[ΠΗΓΗ: https://aetoshal.blogspot.com/, της Θεολογίας Κουτσούπη, 28/12/2021]