Η συνεχιζόμενη πανδημία έφερε ποικίλες προκλήσεις σε κοινωνικό, οικονομικό και αναπτυξιακό επίπεδο για τη χώρα. Οι περισσότερες επιχειρήσεις ανταποκρίθηκαν γρήγορα και αναπροσάρμοσαν τη στρατηγική τους, ώστε να σταθούν ενεργά στο πλευρό της ελληνικής κοινωνίας και να συνεισφέρουν ουσιαστικά στην αναμενόμενη επάνοδο σε θετικό ρυθμό ανάπτυξης. Σε αυτό το πλαίσιο βασική προτεραιότητα των μελών του Συνδέσμου Μεταλλευτικών Επιχειρήσεων έγινε η στήριξη των τοπικών κοινωνιών στις οποίες δραστηριοποιούνται, το δοκιμαζόμενο ΕΣΥ, οι εργολάβοι και οι φυσικά εργαζόμενοί τους.
Σε μία συντονισμένη προσπάθεια έγιναν δωρεές και παροχές σε είδος και επείγουσες υποδομές που ξεπέρασαν τα δέκα εκατομμύρια ευρώ. Σε αυτό το περιβάλλον οι επιχειρήσεις του εξορυκτικού κλάδου συνέχισαν να επιδιώκουν τη συνεργασία με τις τοπικές κοινωνίες και την ενδυνάμωση σχέσεων αμοιβαίας εμπιστοσύνης και σεβασμού.
Ο κλάδος τα θεωρεί σημαντικά για τη δημιουργία ανθεκτικών δεσμών και την απόκτηση και διατήρηση της κοινωνικής άδειας λειτουργίας, ώστε να αντιμετωπιστούν οι προκλήσεις σε έναν διαρκώς μεταβαλλόμενο κόσμο. Αξίζει να αναφερθεί το παράδειγμα του νησιού της Μήλου, όπου όλοι οι συμμέτοχοι (stakeholders) έχουν αντιληφθεί και προτάξει τα κοινά συμφέροντα, με αμοιβαία οφέλη για όλους και τελικά για τον τόπο τους. Όλα τα μέρη εργάζονται για την ισόρροπη ανάπτυξη του νησιού με την αξιοποίηση των συγκριτικών πλεονεκτημάτων του για τον τουρισμό και την εξορυκτική βιομηχανία.
Αυτή η συνεργασία οδήγησε σε ταυτόχρονη και παράλληλη μεγέθυνση του τουριστικού εισοδήματος και της συνεισφοράς του εξορυκτικού κλάδου στο τοπικό AΕΠ που έχει μετρηθεί στο 35%. Έτσι η Μήλος διατηρεί ένα από τα υψηλότερα κατά κεφαλήν εισοδήματα της χώρας, δεν έχει ανεργία, είναι διεθνώς αναγνωρίσιμος τουριστικός προορισμός, από τους μεγαλύτερους τόπους παραγωγής μπεντονίτη και περλίτη στον κόσμο και έχει περάσει τη μεγάλη υπερδεκαετή οικονομική κρίση της χώρας χωρίς επιπτώσεις. Παρόμοια μοντέλα συνεργασίας με την τοπική κοινωνία έχουν αναπτυχθεί και σε άλλα μέρη όπως η Φωκίδα, καθιστώντας την τη μεγαλύτερη βωξιτοπαραγωγό περιοχή της Ευρώπης, ένα μετάλλευμα που ανήκει πλέον στις κρίσιμες πρώτες ύλες της Ευρωπαϊκής Ένωσης. Επομένως είναι προς όφελος όλων και των τοπικών κοινωνιών και της ελληνικής οικονομίας και ανάπτυξης, καθώς και των επιχειρήσεων η ουσιαστική συνεργασία σε κλίμα συν-αντίληψης για το μέλλον.
Προτεραιότητα η βιώσιμη ανάπτυξη
Η βιώσιμη ανάπτυξη αποτελεί έξυπνη επιλογή για όλες τις επιχειρήσεις. Είναι θετικό για τη χώρα μας ότι έρευνες, όπως αυτή που έγινε από το Συμβούλιο Βιώσιμης Ανάπτυξης του ΣΕΒ το 2018, δείχνουν ότι οι Στόχοι Βιώσιμης Ανάπτυξης (SDGs) του ΟΗΕ αναγνωρίζονται ως πλαίσιο με επιχειρηματική αξία από το 56% των μεγάλων επιχειρήσεων και το 41 % των μεσαίων. Επιπλέον το 68% των ανωτάτων στελεχών διοίκησης αναγνωρίζουν την αξία της βιώσιμης ανάπτυξης ως στοιχείο επιχειρηματικών αποφάσεων και εκτίμησης επιχειρηματικού κινδύνου. Επίσης σημειώνεται ότι οι ελληνικές βιομηχανίες μείωσαν κατά 29% τις εκπομπές C02 στην περίοδο 1990-2018, ενώ η συνολική μείωση του βιομηχανικού κλάδου της Ευρωπαϊκής Ένωσης ήταν 22% στην ίδια περίοδο. Ειδικά για τον εξορυκτικό κλάδο της χώρας, τα μέλη του Συνδέσμου, τα οποία αντιπροσωπεύουν το 30% των επιχειρήσεων και το 85% του κύκλου εργασιών της εξορυκτικής βιομηχανίας, δεσμεύονται σε Κώδικα Αρχών Βιώσιμης Ανάπτυξης ήδη από το 2006.
Επιπροσθέτως, ενδεικτικό της στροφής είναι και το γεγονός ότι οι ελληνικές τράπεζες στοχεύουν στην προώθηση προϊόντων συνδεδεμένων με τη βιώσιμη ανάπτυξη, ενώ και οι μακροπρόθεσμοι επενδυτές έχουν βάλει στα επενδυτικά κριτήριά τους θέματα που αφορούν στο περιβάλλον, στην κοινωνία και στην εταιρική διακυβέρνηση. Επιπλέον και το καταναλωτικό κοινό αναπτύσσει σταδιακά ευαισθησία στα περιβαλλοντικά θέματα και δείχνει να προτιμά προϊόντα από εταιρείες που εφαρμόζουν πρακτικές βιώσιμης ανάπτυξης.
Ξένοι Επενδυτές
Παγκοσμίως παρατηρούμε την πρόθεση των κρατών να συνδυάσουν την ανάκαμψη της οικονομίας, που δέχτηκε πλήγμα από την πανδημία με επενδύσεις στην Πράσινη Οικονομία και την Ψηφιακή Μετάβαση. Πρωταθλητής σε αυτήν τη στρατηγική είναι η Ευρωπαϊκή Ένωση, που έχει ήδη αναλάβει διακριτή δέσμευση με την Πράσινη Συμφωνία, νωρίτερα από άλλες μεγάλες οικονομίες, για μείωση των εκπομπών του θερμοκηπίου κατά 55% έως το 2030 σε σχέση με το 1990. Η χώρα μας κινείται προς αυτή την κατεύθυνση, ενθαρρύνοντας πρακτικές βιώσιμης ανάπτυξης και κυκλικής οικονομίας.
Αυτό έχει ως αποτέλεσμα να ελκύει και να κινητοποιεί εγχώριες και ξένες επενδύσεις, απαιτείται όμως ταυτόχρονα η επίλυση χρονιζόντων προβλημάτων ώστε να απελευθερωθεί το πλήρες δυναμικό των ελληνικών επιχειρήσεων.
Πλέον οι επιχειρήσεις στοχεύουν στον διεθνή στίβο και υπάρχουν αρκετές οι οποίες ακολουθούν τις επιταγές των καιρών, οργανισμοί που ασχολούνται με τη μελέτη των αναγκών και την υποστήριξη των επιχειρήσεων στην προσαρμογή τους στα δεδομένα και στις απαιτήσεις της βιώσιμης ανάπτυξης καθώς και τοπικές κοινωνίες και επενδυτές που αξιολογούν και επιβραβεύουν όσους επενδύουν στο περιβάλλον, στην κοινωνία και στην εταιρική διακυβέρνηση.
Οι καιροί επιτάσσουν μία ολιστική προσέγγιση με στόχο της δημιουργίας ενός αποτελεσματικού φιλο-επενδυτικού περιβάλλοντος με τα εξής χαρακτηριστικά: α) γρήγορο κύκλο αδειοδότησης, β) γρήγορη απονομή δικαιοσύνης και ασφάλεια δικαίου, γ) αποτελεσματική Δημόσια Διοίκηση, δ) σταθερό πλαίσιο επιχειρηματικής λειτουργίας και ε) αναγνώριση και επιβράβευση των επιχειρήσεων που λειτουργούν με υπεύθυνο τρόπο.
Με αυτή τη στρατηγική θα μπορέσουμε να επαναπατρίσουμε σημαντικό μέρος των νέων μας, αλλά και να προσελκύσουμε «παγκόσμιο ταλέντο», που θα συμβάλει έμπρακτα στην ανάπτυξη της χώρας.
[ΠΗΓΗ: ΝΑΥΤΕΜΠΟΡΙΚΗ, του Αθανάσιου Κεφάλα, πρόεδρου του Συνδέσμου Μεταλλευτικών Επιχειρήσεων, 27/5/2021]