Ένα φορολογικό μέτρο το οποίο πραγματικά αποτελεί βραχνά για τους ιδιοκτήτες αυτοκινήτων και δη αυτών που έχουν κινητήρες άνω των 1.929 κ.εκ. αναμένεται να αποτελέσει παρελθόν στη χώρα μας «εξαφανίζοντας» παράλληλα και έναν άλλο επιπλέον φόρο που καταβάλλεται κάθε χρόνο για μια 10ετία!
Ο λόγος για τα τεκμήρια διαβίωσης αλλά και το Φόρο Πολυτελούς Διαβίωσης τα οποία φαίνεται ότι οδεύουν προς κατάργηση καθώς θεωρείται μία από τις πλέον αναχρονιστικές μεθόδους προσδιορισμού του φορολογήσιμου εισοδήματος.
Σύμφωνα με μελέτη του ΙΝΕ/ΓΣΕΕ (της καθηγήτριας του Τμήματος Οικονομικών Επιστημών του ΕΚΠΑ Γεωργίας Καπλάνογλου), οι φορολογικές αρχές καταφεύγουν σε αυτήν την προσπάθεια σύλληψης φορολογητέας ύλης όταν για διάφορους λόγους δεν θεωρούν δυνατό τον απευθείας προσδιορισμό της. Είναι χαρακτηριστικό ότι, μεταξύ των χωρών υψηλού εισοδήματος, μόνο η Ελλάδα και η Ιταλία χρησιμοποιούν τεκμήρια διαβίωσης.
Σε κάθε περίπτωση, το σύστημα των τεκμηρίων προσθέτει πολυπλοκότητα στο φορολογικό σύστημα, δημιουργεί υψηλό κόστος συμμόρφωσης στους φορολογούμενους και κόστος διοίκησης στις φορολογικές αρχές, ενώ η συμβολή του στα φορολογικά έσοδα φαίνεται ότι είναι περιορισμένη. Άρα μόνο κατ’ επίφαση μάλλον συμβάλλει στον έμμεσο περιορισμό της φοροδιαφυγής. Το εάν στην πραγματικότητα συνεισφέρει στην εμφάνιση της πραγματικής εισοδηματικής κατάστασης των φορολογουμένων δεν μπορεί να κριθεί με βάση τα δημοσιευμένα διαθέσιμα στοιχεία. Το γεγονός όμως ότι ο ρόλος του στην άντληση φορολογικών εσόδων φαίνεται περιορισμένης σημασίας σημαίνει είτε ότι τα μη δηλωθέντα εισοδήματα είναι κατανεμημένα σε χαμηλά εισοδηματικά κλιμάκια και άρα με βάση το φορολογικό σύστημα υπόκεινται. Θα μπορούσε κάποιος να υποστηρίξει ότι η ύπαρξη των τεκμηρίων δαπανών διαβίωσης παρακινεί τους φορολογούμενους να δηλώνουν υψηλότερα εισοδήματα, όμως, με βάση τα διαθέσιμα στοιχεία, δεν υπάρχουν τέτοιες ενδείξεις.
Η χρήση των τεκμηρίων διαβίωσης από το 2010 και μετά, υπό την πίεση συλλογής φορολογικών εσόδων και ως μέσο σύλληψης αδήλωτης φορολογητέας ύλης, επεκτάθηκε στο σύνολο σχεδόν των φορολογουμένων.
Ετήσια αντικειμενική δαπάνη διαβίωσης ορίστηκε για όλες τις κύριες και δευτερεύουσες κατοικίες κλιμακωτά με βάση την επιφάνειά τους, για όλα τα αυτοκίνητα με βάση τα κυβικά εκατοστά τους, για όλα τα σκάφη με βάση το ολικό τους μήκος κλιμακωτά.
Σύμφωνα με την έκθεση, το 2014 το 86% από τα περίπου 7 δισ. ευρώ του πρόσθετου εισοδήματος από τεκμήρια διαβίωσης που είχε υπολογιστεί από τις φορολογικές αρχές αφορούσε το 40% των φτωχότερων φορολογουμένων, με το ποσοστό να αυξάνεται σε πάνω από 88% το 2019. Το μερίδιο του τεκμαρτού εισοδήματος που εντοπίζεται σε φορολογουμένους με ετήσιο δηλωθέν εισόδημα κάτω από 5.000 ευρώ αυξάνεται από 65% το 2008 σε 83% το 2014 και περαιτέρω στο 85% το 2019.
Το φτωχότερο 40% των φορολογουμένων πληρώνει ένα πολύ μικρό ποσό σε φόρο εισοδήματος φυσικών προσώπων. Το 2008, το ποσό αυτό ήταν 19 εκατ. ευρώ. Μετά την επέκταση της εφαρμογής των τεκμηρίων σε όλους τους φορολογουμένους, το 2014 το ποσό του φόρου εισοδήματος φυσικών προσώπων που επιβάρυνε το φτωχότερο 40% αυξήθηκε στα 270 εκατ. ευρώ (ή το 3,3% των συνολικών εσόδων από τον φόρο εισοδήματος φυσικών προσώπων). Τέλος, το 2019 το αντίστοιχο ποσό ήταν 211 εκατ. ευρώ ή το 2,4% των συνολικών εσόδων. Η καταγραφή αυτή δείχνει ότι το ποσό που εισπράττει το κράτος από τα τεκμήρια είναι εξαιρετικά μικρό, καθώς εντοπίζεται κυρίως στους φορολογουμένους με χαμηλά εισοδήματα.
Διαβάστε εδώ τι επισημαίνεται στην έρευνα και ολόκληρη τη μελέτη του ΙΝΕ/ΓΣΕΕ
[ΠΗΓΗ: https://ergoxalkidikis.gr/, 2/3/2023]