Ένας κλάδος με τεράστιο αποτύπωμα στο ΑΕΠ της χώρας, με πολύ μεγάλες εξαγωγές, που απασχολεί 85 χιλ. άμεσα εργαζόμενους και επηρεάζει έμμεσα συνολικά 200 χιλ. θέσεις εργασίας, δεν χαίρει της αναγνώρισης και του σεβασμού ανάλογου με το εκτόπισμά του από την πολιτεία. Αυτό επισήμανε μεταξύ άλλων χθες ο πρόεδρος του Συνδέσμου Μεταλλευτικών Επιχειρήσεων (ΣΜΕ) κ. Αθανάσιος Κεφάλας, σε συνάντηση του διοικητικού συμβουλίου του συνδέσμου με δημοσιογράφους στην Αθήνα.
Ο πρόεδρος του ΣΜΕ τόνισε ότι ο κλάδος κάνει τεράστιες επενδύσεις ενώ μόνο τον τελευταίο χρόνο πραγματοποίησε πάνω από 300 εκατ. επενδύσεις (εξαγορές, βελτιώσεις υποδομών και άλλα έργα), όμως το κόστος της ενέργειας έρχεται να δυσχεράνει πολύ τις εργασίες, χωρίς να υπάρχει μέριμνα βοήθειας από την πλευρά του κράτους, όπως έγινε με άλλους κλάδους.
Σύμφωνα με τον ίδιο, το κόστος της ηλεκτρικής ενέργειας αυξήθηκε κατά 160% και μετά τις επιδοτήσεις, ενώ το κόστος των υγρών καυσίμων κατά περίπου 40%. Αυτό είχε ως αποτέλεσμα να αυξηθεί το κόστος παραγωγής κατά 25-50%. Η οικονομική επιβάρυνση για την εξόρυξη και καθετοποίηση των ορυκτών πρώτων υλών αποτιμάται σε αρκετές δεκάδες εκατομμύρια ευρώ.
Ο κ. Κεφάλας τόνισε πως στην Ελλάδα βρίσκεται η αρχή της αλυσίδας αξίας για την κάλυψη των αναγκών της πράσινης μετάβασης, συμπληρώνοντας πως έχει υπολογιστεί ότι θα χρειαστούν για την πράσινη μετάβαση 4-6 φορές περισσότερα μεταλλεύματα και ορυκτά. Η Ελλάδα είναι η μόνη χώρα στην Ευρώπη με αξιόπιστη παραγωγή βωξίτη, διαθέτει κοιτάσματα σιδηρονικελίου για μπαταρίες νικελίου, μέχρι ουράνιο στο Παρανέστι της Δράμας.
Μάλιστα, όπως ο ίδιος συμπλήρωσε, «υπάρχουν περιοχές που διαθέτουν και άλλα μεταλλεύματα, τις οποίες δεν μπορούμε να αξιοποιήσουμε, γιατί δεν θέλουμε σύγκρουση με τις τοπικές κοινωνίες».
Ο πρόεδρος του ΣΜΕ αναφέρθηκε και στα χρονίζοντα ανοικτά ζητήματα που ταλαιπωρούν τον κλάδο. Μία σειρά από θέματα καθυστερούν να αντιμετωπιστούν, με αποτέλεσμα τη δημιουργία ανταγωνιστικών μειονεκτημάτων και αποθάρρυνση για νέες επενδύσεις στον εξορυκτικό κλάδο».
Πιο συγκεκριμένα, ανέφερε:
* Τις καθυστερήσεις, κυρίως, στην περιβαλλοντική αδειοδότηση. Δώδεκα χρόνια μετά τη θέσπιση τους, οι Πιστοποιημένοι Αξιολογητές ακόμα δεν έχουν δραστηριοποιηθεί.
* Το Ειδικό Χωροταξικό των Ορυκτών Πρώτων Υλών ήδη κλείνει κοντά μία δεκαετία συζητήσεων και μελετών και το πρόβλημα της προστασίας του μέλλοντος των ορυκτών από ανταγωνιστικές χρήσεις οξύνεται.
* Σε αντίθεση με τις πρακτικές και τις οδηγίες της Ευρωπαϊκής Ένωσης για την εξόρυξη σε περιοχές NATURA, η χώρα μας την έχει εξαιρέσει από τις δύο ζώνες προστασίας και πολλοί μελετητές Ειδικών Περιβαλλοντικών Μελετών την εξαιρούν αναιτιολόγητα και από τις υπόλοιπες δύο.
* Χάνεται σταδιακά έμπειρο προσωπικό. Χαρακτηριστικό παράδειγμα, η διόγκωση της έλλειψης χειριστών, των οποίων οι άδειες στηρίζονται ακόμα, κυρίως, στην εμπειρία και όχι στην εκπαίδευση και πιστοποίηση των ικανοτήτων και δεξιοτήτων τους.
O κ. Κεφαλάς τόνισε πως «οι επιδόσεις μας στο τρίγωνο της βιώσιμης ανάπτυξης είναι σημαντικές και πρωτοπορούμε με σύγχρονο Κώδικα Αρχών Βιώσιμης Ανάπτυξης και σχεδόν 20 χρόνια συστηματικού δημόσιου απολογισμού. Αυτό μας καθιστά επιλέξιμη δραστηριότητα για την απόκτηση και διατήρηση της κοινωνικής άδειας λειτουργίας, απαιτείται, όμως, ακόμα μεγαλύτερη υποστήριξη από τη Δημόσια Διοίκηση για να εμπεδωθεί η αντίληψη αυτή στις τοπικές κοινωνίες».
Επίσης επισήμανε πως η πανδημία έδειξε πως υπάρχει πολύ μεγάλη ανάγκη η Ευρώπη να αποκτήσει επάρκεια στις πρώτες ύλες και να κάνει τη δική της παραγωγή, τασσόμενος υπέρ της ενδυνάμωσης της εξόρυξης στην ήπειρό μας, ώστε να αντιμετωπιστούν οι κίνδυνοι για ελλείψεις στις μακριές εφοδιαστικές αλυσίδες. Τέλος, τόνισε πως η Ελλάδα μπορεί να παίξει σημαντικό ρόλο σε αυτή τη διαδικασία «επιστροφής» στην παραγωγή στην ευρωπαϊκή ήπειρο.
[ΠΗΓΗ: https://finupnews.gr/, του Απόστολου Σκουμπούρη, 15/3/2023]