Η ΚΑΡΑΜΕΛΛΑ ΤΟΥ ΕΞΟΡΥΚΤΙΣΜΟΥ ΚΑΙ Ο ΑΤΥΧΗΣ ΠΑΡΑΛΛΗΛΙΣΜΟΣ ΕΛΛΑΔΑΣ-ΛΑΤΙΝΙΚΗΣ ΑΜΕΡΙΚΗΣ

“Εξορυκτισμός”: Μια λέξη που θα γίνει σύντομα πολύ trendy…

Ο Γιώργος Βελεγράκης σε ένα antigold άρθρο αναλύει επαρκώς το τι σημαίνει εξορυκτισμός, η έννοια που πιπιλάει στο τελευταίο του άρθρο ο Ομότιμος, ελπίζοντας να φοβίσει περισσότερο κόσμο. Ο μπαμπούλας του εξορυκτισμού –με διάφορα ονόματα–, θα αρχίζει να «παίζει» από τώρα και μπρος στο Δήμο Αριστοτέλη, διότι όπως πληροφορήθηκα στις επερχόμενες αυτοδιοικητικές εκλογές, θα διεκδικήσει τον Δήμο αμιγώς antigold σχήμα, και όχι καλυμμένο πίσω από Μίχους και άλλους «λαγούς»…

Ο όρος εξορυκτισμός, λοιπόν, «είναι εκείνο το οικονομικό και αναπτυξιακό μοντέλο που προσανατολίζει την οικονομία μιας χώρας ή μιας περιοχής προς την εξόρυξη και την εξαγωγή πρώτων υλών ως το σχεδόν αποκλειστικό πεδίο οικονομικής δραστηριότητας». Μέχρι εδώ δεν βρίσκω καμμιά σχέση με την Χαλκιδική… ΠΟΤΕ ΚΑΝΕΙΣ δεν υποστήριξε να καταστεί η μεταλλευτική αποκλειστικό πεδίο οικονομικής δραστηριότητας. Μόνο η antigold προπαγάνδα υπαινίσσεται ευθέως κάτι τέτοιο…

Κατά τον Acosta ο εξορυκτισμός «είναι ένας τρόπος καπιταλιστικής συσσώρευσης ο οποίος είναι συνδεδεμένος με την ανάπτυξη του καπιταλισμού και κυρίως με την κατάκτηση και τον αποικισμό περιοχών πλούσιων σε πρώτες ύλες». Δεν βλέπω συσχέτιση των όρων «κατάκτηση» και «αποικισμό» με την υπάρχουσα κατάσταση στην ΒΑ Χαλκιδική… (Εκτός αν οι ντόπιοι μεταλλωρύχοι και γενικώς το προσωπικό της εταιρείας που αποτελείται στο συντριπτικό ποσοστό του –σχεδόν 90%– από ντόπιους, θεωρούνται «άποικοι» από κάποιους…). Συνεπώς, συνεχίζει ο Acosta «ο εξορυκτισμός αναφέρεται σε εκείνες τις δραστηριότητες που αφαιρούν μεγάλες ποσότητες φυσικών πόρων που δεν υποβάλλονται σε τοπική επεξεργασία -ή επεξεργάζονται μόνο σε περιορισμένο βαθμό- και τελικά εξάγονται». Άρα δεν μπορεί να κατηγορηθεί για τακτική εξορυκτισμού η Ελληνικός Χρυσός και η Eldorado Gold, που παρακαλούν το Ελληνικό Δημόσιο χρόνια να τους δοθούν οι άδειες να φτιαχτεί το εργοστάσιο κατεργασίας εδώ

Κατά τον ίδιο «ο εξορυκτισμός δεν περιορίζεται στα ορυκτά ή το πετρέλαιο, αλλά έχει εφαρμογή και στη γεωργία, στη δασοκομία και την αλιεία». Μάλιστα ο Acosta για να δικαιολογήσει τη χρήση του όρου και στη γεωργική παραγωγή πέραν της εξόρυξης χρησιμοποιεί το παράδειγμα της Κολομβίας και της μονοκαλλιέργειας φυτειών καφέ και της εξαγωγής του προς άλλες χώρες όπου και επεξεργάζεται. Θα μπορούσα να προσθέσω και στον τουρισμό, αν επεκτείνω την –ορθή– σκέψη του Acosta.

Η Svampa θεωρεί ότι «ο εξορυκτισμός είναι κατανοητός τόσο ως στρατηγική συσσώρευσης όσο και ως αναπτυξιακή πολιτική όχι μόνο με βάση την υπερεκμετάλλευση των φυσικών πόρων αλλά και με βάση «την επέκταση του κεφαλαίου προς πόρους -π.χ. ορυκτά- και περιοχές που προηγουμένως θεωρούνταν μη αποδοτικοί-ές». Άρα εδώ υπάρχει μια αναπτυξιακή διάσταση, ειδικά αν μιλάμε για «πόρους -π.χ. ορυκτά- και περιοχές που προηγουμένως θεωρούνταν μη αποδοτικοί-ές», αν σας θυμίζει κάτι αυτό σχετικά με την ορεινή ΒΑ Χαλκιδική.

Ο Gudynas από πλευρά του θεωρεί ότι «ο εξορυκτισμός είναι ένα μοντέλο ανάπτυξης με μακρά ιστορία που όμως αναζωπυρώθηκε και ενισχύθηκε μέσα στο νεοφιλελευθερισμό. Στο νεοφιλελεύθερο πλαίσιο, η υποχώρηση των κρατικών οικονομικών πολιτικών έναντι αυτών που καθορίζεται από τις -πολυεθνικές- ιδιωτικές επιχειρήσεις έδωσε την απαιτούμενη ελευθερία στις τελευταίες να κινηθούν επιθετικότερα και εντονότερα προς εξορύξεις πρώτων υλών κυρίως στον παγκόσμιο Νότο».

Επανερχόμαστε στον γνωστό επίλογο, λοιπόν… Το θέμα πάντα καταλήγει ΠΟΛΙΤΙΚΟ. Οι κακές πολυεθνικές με τη βοήθεια του νεοφιλελευθερισμού εκμεταλλεύονται το πόπολο, και το κράτος που υποστηρίζουν κυβερνήσεις τύπου ΣΥΡΙΖΑ, Μαδούρο, κ.λπ….

Και βέβαια ο εξορυκτισμός αναφέρεται κυρίως στις χώρες της Λατινικής Αμερικής κυρίως που στις αρχές του 20ου αιώνα έπεσαν στα νύχια δυτικών τραστ που καταλήστευσαν τους πόρους τους με καθόλου ορθολογικό τρόπο, μη δίνοντας καμία σημασία στο περιβάλλον.

Περιμένω να μας εξηγήσουν οι εξορυκτοφοβικοί antigold τι σχέση έχει αυτό με την επένδυση της ΒΑ Χαλκιδικής, η οποία χρηματοδοτείται μεν από Καναδικά κεφάλαια, αλλά υλοποιείται και ελέγχεται από μια ελληνική εταιρεία, με Έλληνες μηχανικούς και ελληνική διοίκηση και ένα εξαιρετικό σύστημα ελέγχου περιβαλλοντικών παραμέτρων.