ΕΥΡΩΠΗ ΠΟΛΛΩΝ ΤΑΧΥΤΗΤΩΝ; Η ΕΛΛΑΔΑ ΣΤΗ “ΝΕΚΡΑ”

Δεν ξέρω πόσοι και πόση σημασία έδωσαν σε κυβερνητικό επίπεδο στα περί “πολλών ταχυτήτων” στην Ευρωπαϊκή Ένωση. Ουδεμία αντίδραση, ουδεμία ανησυχία. Κακώς. Γιατί στην Ευρώπη των πολλαπλών ταχυτήτων, η θέση της Ελλάδας δεν θα είναι, έτσι όπως πάμε, ούτε στην πρώτη ούτε καν στη δεύτερη. Στη… νεκρά θα είμαστε. Και με “νεκρά” στην κατηφόρα, κινδυνεύεις…

Ενώ όμως στην ελληνική κυβέρνηση περί άλλων τυρβάζουν, στην Ευρώπη η συζήτηση φουντώνει. Και όπως φάνηκε και από τις πρόσφατες παρεμβάσεις τόσο της καγκελαρίου Μέρκελ όσο και του προέδρου Ολάντ, το σενάριο έχει αρχίσει να αποτελεί όχι απλά πιθανότητα, αλλά ενδεχομένως και βασική επιδίωξη των πιο εύρωστων χωρών. Καθώς φαίνεται ότι εκτιμούν πως αποτελούν οι “πολλές ταχύτητες” το αντίδοτο στον κίνδυνο αποσυσπείρωσης της Ευρωπαϊκής Ένωσης μετά και την απόφαση των Βρετανών για Brexit.

Θα υποστηριχθεί ίσως ότι ήδη έχουμε περισσότερες της μίας ταχύτητες στην Ευρωπαϊκή Ένωση σε ό,τι αφορά για παράδειγμα τη σύγκλιση των οικονομιών. Καθώς είναι σαφές ότι η Συνθήκη της Λισσαβόνας προβλέπει μεν τη δυνατότητα διαφορετικών ταχυτήτων σε επιμέρους θέματα, όπως για παράδειγμα έχει συμβεί με την Συνθήκη Senghen, ή πολύ περισσότερο την ΟΝΕ. Είναι όμως εντελώς διαφορετικό το να προχωρήσει η Ε.Ε. σε ένα νέο status quo στο οποίο η “εξαίρεση” της ύπαρξης δύο ταχυτήτων σε επιμέρους ζητήματα, μετατρέπεται σε “κανόνα” ύπαρξης για την όχι και τόσο “ενωμένη” πλέον Ευρώπη.

Υποτίθεται ότι η ύπαρξη διαφορετικών ταχυτήτων προκαλεί δυσαρέσκεια και επιχειρείται –μέχρι σήμερα τουλάχιστον…– η αντιμετώπιση του φαινομένου και η διόρθωσή του. Όχι η παγίωσή του. Μέχρι στιγμής η γενικότερη αντίληψη ήταν ότι η σύγκλιση πρέπει να προχωρήσει και οι προσπάθειες επικεντρώνονται στο να ξεπεραστούν οι δυσκολίες που αυτή (η σύγκλιση) συνεπάγεται. Ακόμη και με “πολλές ταχύτητες”.

Η στροφή όμως σε μία Ευρώπη όπου κάποιοι θα προχωρούν μπροστά αφήνοντας τους άλλους πίσω, είναι μία πολύ διαφορετική υπόθεση. Και πραγματικά προκαλεί εντύπωση το γεγονός ότι από την ελληνική κυβέρνηση η συζήτηση αυτή αντιμετωπίζεται με αδιαφορία. Με άγνοια κινδύνου. Χωρίς να έχει χτυπήσει ούτε ένα καμπανάκι κινδύνου για τα όσα θα μπορούσαν να σημαίνουν αυτές οι εξελίξεις για την Ελλάδα.

Γιατί επέλεξαν αυτή τη χρονική συγκυρία και το Βερολίνο αλλά και το Παρίσι να σηκώσουν το ζήτημα; Προφανώς αυτό σχετίζεται με τις εκλογικές ανασφάλειες και τις συνέπειες που μπορεί να έχει το αποτέλεσμα της κάλπης σε μία σειρά από χώρες για την ευρωπαϊκή ενοποίηση. Κυρίως σε σχέση με τις γαλλικές εκλογές και τον “κίνδυνο” Λεπέν, ή για το “ρεύμα” που δείχνει να έχει το κίνημα των Πέντε Αστέρων στην Ιταλία. Και οι δύο περιπτώσεις αποτελούν πρώτης γραμμής κίνδυνο για το ευρώ και τη συνοχή της Ε.Ε. Η οποία πλήττεται και από την άνοδο πολλών λαϊκιστικών και ευρωσκεπτικιστικών κομμάτων σε όλη την Ευρώπη.

Αλλά και στην ίδια τη Γερμανία επικρατεί πολιτική ανασφάλεια, καθώς ουδείς μπορεί να προβλέψει εκ του ασφαλούς τις συνέπειες που θα έχει το αποτέλεσμα των γερμανικών εκλογών για την αναδιάταξη του οικονομικού και πολιτικού χάρτη της Ευρωζώνης. Και το τι θα σημάνουν όλα αυτά, για όσους δεν μπορούν να ακολουθήσουν το… survivor story και τους όρους επιβίωσης από τους οποίους θα συνοδεύεται.

Σε κάθε περίπτωση, οι εξαιρέσεις που έχουν ενσωματωθεί στις ευρωπαϊκές συνθήκες, υπάρχει πλέον η απειλή να μεταλλαχθούν σε κανόνα. Και αυτό σημαίνει ότι το ενδεχόμενο ανατροπής στον ευρωπαϊκό χάρτη, μπορεί να απειλήσει άμεσα όσους, όπως η Ελλάδα, κρατιούνται ακόμα με δυσκολία και με παρεμβατικές εξαιρέσεις όπως τα προγράμματα στήριξης, στον εσωτερικό κύκλο της Ευρωζώνης.

Αυτό λοιπόν δεν φαίνεται να γίνεται αντιληπτό από την κυβέρνηση. Εκτός βέβαια και αν υπάρχουν ακόμα δεύτερες σκέψεις για την παραμονή της χώρας στην Ευρωζώνη…  Αν όμως όχι, τότε θα πρέπει να προχωρήσουν άμεσα και χωρίς άλλη καθυστέρηση στο κλείσιμο της αξιολόγησης και στην υλοποίηση των απαιτούμενων μεταρρυθμίσεων. Ενώ είναι σαφές ότι θα πρέπει να αναθεωρηθεί και το γιαλαντζί σχέδιο ανάπτυξης που παρουσίασαν και το οποίο αποτελεί μνημείο κρατικοδίαιτης φιλοσοφίας. Ένα αντιαναπτυξιακό σχέδιο που τορπιλίζει ότι έχει με κόπο και θυσίες επιτευχθεί μέχρι σήμερα…
[ΠΗΓΗ: http://www.capital.gr, του Δημήτρη Παπακωνσταντίνου, 14/3/2017]