ΕΠΕΝΔΥΣΗ ΧΡΥΣΟΥ ΣΤΟΝ ΔΗΜΟ ΑΡΙΣΤΟΤΕΛΗ: Η ΠΕΡΙΟΔΟΣ ΑΝΑΜΟΝΗΣ ΕΛΗΞΕ! ΤΟ «ΠΑΙΧΝΙΔΙ» ΣΟΒΑΡΕΨΕ…

Πέρασε ένας ολόκληρος χρόνος, από τον Σεπτέμβριο του 2017, όταν παρά τις περί του αντιθέτου προσδοκίες, ο πρωθυπουργός της χώρας, ο κ. Τσίπρας, δεν άναψε το πράσινο φως για την ολοκλήρωση της πολυσήμαντης και κεφαλαιώδους σημασίας, για την Ελλάδα, επένδυσης μεταλλείων και μεταλλουργίας χρυσού, της Ελληνικός Χρυσός Α.Ε. και της καναδικής, μητρικής, Eldorado Gold Corp., στην ΒΑ Χαλκιδική, παρότι, στα πλαίσια της 82 ης ΔΕΘ, ο κ. Τσίπρας προσπάθησε να πείσει ότι ξεκινά μία περίοδος επενδυτικού οργασμού στην χώρα. Ως αποτέλεσμα αυτού του γεγονότος, του ότι δηλαδή δεν προωθήθηκαν οι χρονίζουσες εκκρεμότητες αδειοδοτήσεων της επένδυσης, η εταιρεία Eldorado Gold ανακοίνωσε την αναστολή των επενδύσεων της στην Ελλάδα και τη διακοπή των εργασιών στα μεταλλεία της, στην ΒΑ Χαλκιδική. Αυτή η απόφαση της Eldorado Gold προκάλεσε ένταση και οξύτατες εκατέρωθεν ανακοινώσεις και δηλώσεις, μεταξύ της κυβέρνησης Τσίπρα και της μητρικής εταιρείας. Το αποτέλεσμα ήταν να χορηγηθούν ορισμένες από τις εκκρεμούσες άδειες ρουτίνας, να διακοπούν ορισμένες εργασίες στα μεταλλεία στην ΒΑ Χαλκιδική, οι οποίες δεν μπορούσαν να συνεχίσουν να εκτελούνται λόγω έλλειψης των απαιτούμενων αδειοδοτήσεων και να δρομολογηθεί η πολλά υποσχόμενη διαδικασία της διαιτησίας, μεταξύ του ελληνικού δημοσίου και του επενδυτή, με πρωτοβουλία του ελληνικού δημοσίου.

Στο χρόνο που μεσολάβησε, από τον Σεπτέμβριο του 2017 έως και σήμερα, Σεπτέμβριος του 2018, το μόνο ουσιαστικό που έλαβε χώρα ήταν η διενέργεια και η ολοκλήρωση, της διαδικασίας της διαιτησίας, καθώς και η χορήγηση ορισμένων εκ των εκκρεμουσών αδειών ρουτίνας, οι οποίες όμως δεν επέτρεπαν την επανέναρξη των εργασιών στο μεταλλείο των Σκουριών. Στα πλαίσια της διαδικασίας της διαιτησίας, το διαιτητικό δικαστήριο, αφού εξέτασε και μελέτησε, επί εξάμηνο σχεδόν, από τα μέσα Σεπτεμβρίου του 2017, την προσφυγή και τα δεδομένα της υπόθεσης, αποφάνθηκε την Μεγάλη Τετάρτη, 4 Απριλίου 2018. Όπως συνάγεται από την σχετική ανακοίνωση του Υπουργείου Περιβάλλοντος και Ενέργειας (ΥΠΕΝ), το διαιτητικό δικαστήριο απέρριψε την προσφυγή του ελληνικού δημοσίου και καθόρισε στην απόφασή του τα εξής :

  1. Η εκμετάλλευση περιλαμβάνει ως αναπόσπαστο κομμάτι την κατασκευή εργοστασίου για την παραγωγή καθαρού χρυσού.
  2. Η μη παραγωγή καθαρού χρυσού αποτελεί παραβίαση της Σύμβασης.
  3. Οι μέχρι τώρα παραλείψεις από την πλευρά της Ελληνικός Χρυσός Α.Ε. δεν αποτελούν επαρκείς ενδείξεις για τη στοιχειοθέτηση παραβίασης της σύμβασης.

Με δεδομένη την εν λόγω απόφαση της διαιτησίας, της Μεγάλης Τετάρτης, 04 Απριλίου 2018, ο χρόνος άρχισε να τρέχει εις βάρος του ελληνικού δημοσίου, το οποίο έφερε αποκλειστικά πλέον το βάρος της ευθύνης για την πρόοδο υλοποίησης της τόσο σημαντικής και επωφελούς για την ελληνική οικονομία επένδυσης χρυσού στην ΒΑ Χαλκιδική. Από εκείνη την ημέρα υπήρξαν πολλές οχλήσεις προς το αρμόδιο υπουργείο Περιβάλλοντος και Ενέργειας (ΥΠΕΝ), εκ μέρους του επενδυτή, αλλά και των εργαζομένων στα μεταλλεία. Η ανταπόκριση εκ μέρους του ΥΠΕΝ σχεδόν στερεότυπη… «Ο διάλογος με την εταιρεία διεξάγεται σε εποικοδομητικό κλίμα. Βασική επιδίωξη του ΥΠΕΝ είναι να υπάρξει συμφωνία μέσα στις επόμενες εβδομάδες, στο πνεύμα της απόφασης της διαιτησίας.»

Και οι εβδομάδες κυλούσαν, ήρεμα και ειρηνικά… και οι μήνες περνούσαν, ήρεμα και ειρηνικά… και όλοι, ιδιαίτερα οι εργαζόμενοι, αναρωτιόντουσαν… προς τα πού οδεύουμε ;

Το κόστος για τον επενδυτή

Ο επενδυτής έδειχνε καλή πίστη και υπομονή προς την αναποφασιστικότητα της κυβέρνησης Τσίπρα. Φαινόταν όμως ξεκάθαρα ότι μοναδικό μέλημα της κυβέρνησης Τσίπρα ήταν η κατανάλωση χρόνου, ώστε να μην προχωρήσει στις απαιτούμενες αδειοδοτήσεις ρουτίνας που όφειλε να χορηγήσει στον επενδυτή, προκειμένου να υλοποιηθεί η επένδυση και να τηρηθεί τόσο η απόφαση του διαιτητικού δικαστηρίου, όσο και όλων των άλλων αποφάσεων της ελληνικής δικαιοσύνης. Αυτή η διελκυστίνδα, σε συνδυασμό με την αναποφασιστικότητα της κυβέρνησης Τσίπρα, που είχε ως αποτέλεσμα την αδυσώπητη κατανάλωση χρόνου, ήταν χωρίς κανένα κόστος για την ίδια την κυβέρνηση Τσίπρα, αλλά με τεράστιο κόστος για τον επενδυτή.

Συγκεκριμένα, το κόστος που καλείτο ο επενδυτής να επωμισθεί, λόγω της χρονικής καθυστέρησης στην χορήγηση των απαιτούμενων αδειών εκ μέρους του ελληνικού δημοσίου προς ολοκλήρωση της επένδυσης χρυσού, συνίσταται σε τρία επιμέρους τμήματα :

  1. Στο γεγονός ότι μεγάλωνε σημαντικά το χρονικό διάστημα της προπαρασκευής της επένδυσης και άρα καθυστερούσε η ώρα έναρξης της παραγωγικής περιόδου και κατ’ επέκταση της απόδοσης της επένδυσης, με κόστος λόγω του δεσμευμένου και επενδεδυμένου ήδη κεφαλαίου.
  2. Στο ότι εξαιτίας της χρονικής καθυστέρησης έναρξης της παραγωγικής περιόδου της επένδυσης, υπήρχαν διαφυγόντα κέρδη, τόσο άμεσα λόγω της μη απόδοσης του δεσμευμένου και επενδεδυμένου κεφαλαίου, όσο και έμμεσα λόγω της μη επανεπένδυσης των κερδών αυτών σε άλλες παραγωγικές δραστηριότητες, δεδομένου και του χαρακτήρα της μητρικής εταιρείας.
  3. Επιπροσθέτως, λαμβάνοντας υπόψη ότι, σε συνδυασμό με τα ανωτέρω, υφίσταται και θέμα ηθικής βλάβης του επενδυτή, αφού λόγω της κωλυσιεργίας και της αναποφασιστικότητας του ελληνικού δημοσίου και ειδικότερα της κυβέρνησης Τσίπρα, έχει πληγεί η φήμη και η αξιοπιστία της μητρικής εταιρείας, προκύπτει και ανάγκη ηθικής αποκατάστασής του.

Όλα τα τελευταία χρόνια, ο επενδυτής υπομένει τα πάνδεινα από το ελληνικό δημόσιο, αλλά κάνει υπομονή, δείχνοντας καλή πίστη αφενός και πληρώνοντας το κόστος αφετέρου. Έως πότε όμως θα μπορούσε να συνεχιστεί αυτό ; Έως πότε, ένας επενδυτής θα μπορούσε να αντέξει να πληρώνει, χωρίς να βλέπει, στο ορατό και προβλεπτό μέλλον, ότι θα μπορέσει να εισπράξει ; Έως πότε, ένας επενδυτής θα μπορούσε να πείθει τους χρηματοδότες του ότι το επενδυτικό σχέδιο που χρηματοδοτούν επί σειρά ετών έχει συγκεκριμένο μέλλον ; Έως πότε να κάνει υπομονή ο επενδυτής ; Για πόσα χρόνια ; Και κυρίως, γιατί να κάνει υπομονή ;

Η τελευταία πράξη στην υπόθεση της επένδυσης χρυσού στην ΒΑ Χαλκιδική, η διαδικασία της διαιτησίας, φαίνεται ότι τελικά λειτούργησε ως μπούμερανγκ, εναντίον της κυβέρνησης Τσίπρα. Η κυβέρνηση Τσίπρα είχε επενδύσει πολλά στη διαδικασία αυτή της διαιτησίας. Τελικώς όμως, δικαιώθηκε ο επενδυτής. Κάτι το οποίο, παρά τις αβεβαιότητες που κρύβει κάθε δικαστική διαδικασία, ήταν αναμενόμενο, σε όσους τουλάχιστον παρακολουθούμε στενά, αλλά αποστασιοποιημένα, την επένδυση χρυσού από την αφετηρία της, 14 – 15 χρόνια πριν.

 

Μετά την έκβαση της διαδικασίας της διαιτησίας, στις 4 Απριλίου 2018 και την οριστική δικαίωση του επενδυτή, φαινόταν ότι τα περιθώρια της υπομονής του είχαν εξαντληθεί. Δεν ήταν δυνατόν να καθυστερεί άλλο μία επένδυση, η οποία ήταν καθ’ όλα αποδεκτή από όλους, εξαιρουμένης της κυβέρνησης Τσίπρα. Δεν ήταν δυνατόν ο επενδυτής να είναι έρμαιο πλέον των ιδεολογικών αγκυλώσεων, ορισμένων που έκαναν την «κωλοτούμπα», στις πολιτικές θέσεις, άθλημα στον παγκόσμιο πολιτικό στίβο και της παραπληροφόρησης ορισμένων επαγγελματιών και επιχειρηματιών ιδεολόγων, οι οποίοι δήθεν κόπτονται για το περιβάλλον.

Ο «βαρύς» λογαριασμός

Τέσσερις μήνες μετά την ολοκλήρωση της διαδικασίας της διαιτησίας, στις 10 Αυγούστου 2018, εξέπνευσε και το τελευταίο χρονικό περιθώριο που είχε ο επενδυτής. Ο επενδυτής, πιεζόμενος από πολλούς παράγοντες, κυρίως διεθνείς, προέβη σε μία ενέργεια στοιχειώδους διασφάλισης θεμελιωδών συμφερόντων του. Ο επενδυτής απέστειλε στο ελληνικό δημόσιο εξώδικο, με… τον «λογαριασμό», για την καθυστέρηση στην υλοποίηση του επενδυτικού του σχεδίου στην ΒΑ Χαλκιδική, θεωρώντας ως αποκλειστικό υπεύθυνο της καθυστέρησης το ελληνικό δημόσιο.

Ο «λογαριασμός» βαρύς… ανάλογος της βαρύτητας της επένδυσης, η οποία ανέρχεται έως σήμερα σε 1.500 εκατομμύρια ευρώ περίπου. Συγκεκριμένα, στο πλαίσιο όσων προαναφέρθηκαν ανωτέρω, το κόστος, της αναποφασιστικότητας και αναποτελεσματικότητας της κυβέρνησης Τσίπρα, που έχουν ως αποτέλεσμα την αδυσώπητη χρονική καθυστέρηση στην ολοκλήρωση της επένδυσης χρυσού, και το οποίο καλείται να επωμισθεί ο επενδυτής, προσδιορίσθηκε σε 750 εκατομμύρια ευρώ, το οποίο προσαυξάνεται κατά 0,68 εκατομμύρια ευρώ για κάθε επιπλέον ημέρα καθυστέρησης στην χορήγηση, από το ελληνικό δημόσιο, των εκκρεμουσών αδειοδοτήσεων, πέραν της 30ης Ιουνίου 2018.

Ο «λογαριασμός» που έστειλε ο επενδυτής στο ελληνικό δημόσιο είναι πολύ βαρύς και γίνεται ακόμη βαρύτερος λόγω της δυσμενούς οικονομικής συγκυρίας για την χώρας μας.

Ο βαρύς «λογαριασμός», τον οποίο έστειλε ο επενδυτής, είναι το τίμημα της ιδεοληψίας της κυβέρνησης Τσίπρα, τον οποίο όμως «λογαριασμό» θα κληθούμε να πληρώσουμε όλοι εμείς, οι Έλληνες φορολογούμενοι πολίτες. Θα κληθούμε όλοι εμείς, οι Έλληνες φορολογούμενοι πολίτες, να πληρώσουμε την αναποφασιστικότητα και αναποτελεσματικότητα της κυβέρνησης Τσίπρα, ο οποίος, παρά τις άπειρες «κωλοτούμπες» που έκανε κατά την τετραετή, σχεδόν, διακυβέρνησή του, σε σχέση με τις προεκλογικές του εξαγγελίες, δεν έβρισκε το πολιτικό σθένος να αναγνωρίσει ότι, έστω, παρασύρθηκε στο θέμα της επένδυσης χρυσού στη ΒΑ Χαλκιδική από τις antigold σειρήνες και ότι η υλοποίησή της ήταν επωφελής για το ελληνικό δημόσιο, διασφαλίζοντας συγχρόνως το δημόσιο συμφέρον.

Η υπόθεση της επένδυσης χρυσού στην ΒΑ Χαλκιδική είναι ένα πολύ συγκεκριμένο θέμα, για το οποίο, σχετικά εύκολα, προσδιορίζονται τα κέρδη και οι ζημίες για όλους εμάς, τους Έλληνες φορολογούμενους πολίτες. Η διαδικασία της κοστολόγησης μόλις ξεκίνησε και ξεκίνησε με ζημίες 750 εκατομμυρίων ευρώ, τα οποία θα πρέπει να επιδιώξουμε να μην βγουν από τις δικές μας τσέπες, αλλά από τις τσέπες των άμεσα υπευθύνων, οι οποίοι είναι οι κυβερνώντες. Ο κ. Τσίπρας και η κυβέρνησή του!!!

[ΠΗΓΗ: http://ergoliptesxalkidikis.blogspot.com, του Αθανάσιου Καρίνα, 17/9/2018]