ΠΛΗΡΗΣ ΑΠΟΤΥΧΙΑ ΣΤΟ ΑΝΟΙΓΜΑ ΤΗΣ ΑΓΟΡΑΣ ΡΕΥΜΑΤΟΣ

Σύμφωνα με το τελευταίο δελτίο αγοράς ηλεκτρικής ενέργειας του λειτουργού ΛΑΓΗΕ, η ΔΕΗ το Μάιο διατηρούσε τη δεσπόζουσα θέση της στην αγορά με μερίδιο 80,72% και όλοι μαζί οι εναλλακτικοί προμηθευτές έχουν κάτω από 20%. Ο μεγαλύτερος ανταγωνιστής της ΔΕΗ έχει μόλις το 4% της αγοράς ενώ ο ρυθμός απώλειας μεριδίου της ΔΕΗ παραμένει εξαιρετικά αργός και υπολείπεται των στόχων που έχουν τεθεί στο μνημόνιο.

Χθες στη διάρκεια των δημοπρασιών ΝΟΜΕ διαπιστώθηκε ο λόγος γιατί συμβαίνει αυτό και η αγορά παραμένει σε τέλμα. Η τελική τιμή με την οποία προμηθεύτηκαν οι συμμετέχουσες εταιρείες την δημοπρατούμενη ενέργεια (400 MWh/h) διαμορφώθηκε στα 48,8 ευρώ/MWh τιμή κατά περίπου 3,5 ευρώ αυξημένη σε σχέση με την υψηλότερη μέχρι σήμερα δημοπρασία στα τέλη του 2017 (45,2 ευρώ/MWh) και 6,3 ευρώ μεγαλύτερη σε σχέση με την προηγούμενη δημοπρασία του Απριλίου.

Πρακτικά τα επίπεδα τιμών που διαμορφώθηκαν χθες αποκλείουν κάθε δυνατότητα ώστε οι προμηθευτές να μπορούν να διαμορφώσουν πραγματικά ανταγωνιστικά τιμολόγια απέναντι στη ΔΕΗ ενώ σε ορισμένες περιπτώσεις, δεν επιτρέπουν καν να μπουν ανεξάρτητες εταιρείες προμήθειας σε συγκεκριμένες κατηγορίες πελατών όπως η βιομηχανία. Το ενδιαφέρον είναι ότι εάν η τιμή είχε διαμορφωθεί στα επίπεδα του Απριλίου, με δεδομένο το αυξημένο κόστος ρύπων που αποτελεί ξεχωριστή χρέωση για τα τιμολόγια της υψηλής τάσης, θα μπορούσε κάποιος εναλλακτικός προμηθευτής να απευθυνθεί σε βιομηχανίες της ΥΤ.

Όσον αφορά στο ερώτημα γιατί διαμορφώθηκαν σε τόσο υψηλά επίπεδα οι τιμές, την απάντηση δίνει η πρόσφατη έρευνα που έχει ξεκινήσει η Ρυθμιστική Αρχή Ενέργειας, προσπαθώντας να ελέγξει τις εταιρείες που προμηθεύτηκαν σε προηγούμενες δημοπρασίες μεγαλύτερες ποσότητες από εκείνες που το πελατολόγιό τους είχε ανάγκη. Η έρευνα γίνεται με την υπόνοια ότι οι αυξημένες ποσότητες αποκτήθηκαν για λόγους κερδοσκοπίας με στόχο να εξαχθούν σε γειτονικές αγορές.

Με βάση λοιπόν την έρευνα που κάνει ο Ρυθμιστής, οι δημοπρασίες ΝΟΜΕ που γίνονται προκειμένου να αποκτήσουν πρόσβαση στο φθηνό καλάθι προμήθειας της ΔΕΗ οι εναλλακτικοί πάροχοι, καταλήγουν να επιδοτούν τις εξαγωγές ρεύματος και το φθηνότερο ρεύμα σε γειτονικές αγορές ηλεκτρισμού. Και αυτό συμβαίνει όταν η ΔΕΗ των μύριων όσων προβλημάτων δηλώνει ότι χάνει από τις δημοπρασίες δεκάδες εκατομμύρια ευρώ.

Καθώς λοιπόν συμπληρώνονται τον Οκτώβριο 2 χρόνια από την πρώτη δημοπρασία, διαπιστώνεται η δομική αδυναμία του κυριότερου εργαλείου για την απελευθέρωση της αγοράς ηλεκτρισμού να επιτύχει τους δύο βασικούς στόχους του: πρώτον να αυξήσει τα μερίδια των εκτός ΔΕΗ παικτών και δεύτερον να δημιουργήσει συνθήκες ανταγωνισμού που θα μειώσουν ουσιαστικά τις τιμές για τους καταναλωτές.

Συγκυρία

Για τη χθεσινή δημοπρασία πάντως και την εξέλιξη της τιμής, σημαντικό ρόλο έπαιξαν και οι συνθήκες που έχουν διαμορφωθεί στις περιφερειακές αγορές. Συγκεκριμένα η αύξηση των τιμών των δικαιωμάτων εκπομπής CO2 που τις τελευταίες ημέρες ξεπέρασαν τα 16 ευρώ ο τόνος, δημιουργούν επιπλέον κίνητρο για την παραγωγή υπεραξιών για τους εμπόρους ρεύματος.

Εδώ βεβαίως πρέπει να σημειωθεί ότι η εκτίναξη των τιμών και η εικαζόμενη αξιοποίηση των ποσοτήτων που αποκτήθηκαν για εξαγωγές, γίνεται παρά το γεγονός ότι έχει προαναγγελθεί έρευνα από το Ρυθμιστή και έχουν ήδη κληθεί σε ακροάσεις 5 εταιρείες προμήθειας.

Εδώ βεβαίως πρέπει να σημειωθεί ότι πρακτικά η ΡΑΕ έχει ελάχιστα περιθώρια αντίδρασης καθώς με εντολή της Κομισιόν, η απόφαση να τεθεί πλαφόν στις εξαγωγές ποσοτήτων ενέργειας που αποκτήθηκαν από τα ΝΟΜΕ ανακλήθηκε.

Αυτή η απόφαση, που επιβλήθηκε από τις Βρυξέλλες, ουσιαστικά άνοιξε ξανά το παράθυρο ώστε να κατευθύνεται προς το εξωτερικό η φθηνή ενέργεια που παράγεται σε ελληνικά υδροηλεκτρικά εργοστάσια, σε βάρος της ελληνικής αγοράς, με μεγάλους κερδισμένους τα γραφεία των traders ρεύματος. Η στρέβλωση αυτή, τεκμαίρεται και από το γεγονός ότι πληροφορίες θέλουν κάποιες εταιρείες προμήθειας να έχουν αγοράσει συγκεκριμένες ποσότητες κατά παραγγελία από εμπόρους, με συγκεκριμένο υψηλό πλαφόν τιμής που καθορίζεται όχι με βάση τις ανάγκες και τις συνθήκες της ελληνικής αγοράς αλλά σε συνάρτηση με τις τιμές στην περιφερειακή αγορά της νοτιοανατολικής Ευρώπης και τις ευκαιρίες για εξαγωγή.

Υπενθυμίζεται ότι οι δημοπρασίες αποτέλεσαν από το φθινόπωρο του 2016 το βασικό εργαλείο που συμφωνήθηκε μεταξύ κυβέρνησης και δανειστών για το άνοιγμα της αγοράς ηλεκτρισμού και τον περιορισμό της δεσπόζουσας θέσης της ΔΕΗ. Το εργαλείο των δημοπρασιών ωστόσο αποδεικνύεται στην πράξη ανεπαρκές για να επιτευχθούν οι στόχοι για μείωση του μεριδίου της ΔΕΗ στο 50% μέχρι το 2020, που επίσης έχει συμφωνηθεί. Η συμφωνία με τους δανειστές προβλέπει την αξιολόγηση της πορείας της απελευθέρωσης σε τακτά χρονικά διαστήματα και αφήνει ανοιχτό το ενδεχόμενο να εξεταστούν εναλλακτικά δομικά μέτρα.

Με βάση τη φτωχή πρόοδο και τα ανεπαρκή αποτελέσματα μέχρι στιγμής, το κεφάλαιο απελευθέρωση της αγοράς ηλεκτρισμού αναμένεται να αποτελέσει ένα από τα βασικά θέματα αναφοράς της μεταμνημονιακής επιτήρησης.

[ΠΗΓΗ: http://www.capital.gr/, του Χάρη Φλουδόπουλου, 19/7/2018]