«Τώρα ξέρετε γιατί δεν τον σταματήσαμε…»
Την εξηκοστή πέμπτη επέτειο του θανάτου του Στάλιν δεν μάς την υπενθύμισε κάποια ανακοίνωση του ΚΚΕ. Ούτε κανένα -μετρημένο έστω- εγκώμιο του Βλάντιμιρ Πούτιν, ο οποίος θεωρώντας εαυτόν αναστυλωτή της Μεγάλης Ρωσίας, κλίνει ευσεβώς το γόνυ τελευταία σε όσους ενσάρκωσαν την ισχύ του “ξανθού γένους”, είτε για τους Τσάρους πρόκειται είτε για τον “Πατερούλη” του διεθνούς κομμουνισμού. Μάς την έφερε στο νου μια μαύρη, πλην σπαρταριστή, κωμωδία που βγήκε στις αίθουσες την περασμένη εβδομάδα. “Ο Θάνατος του Στάλιν” του δαιμόνιου Σκωτσέζου ιταλικής καταγωγής Αρμάντο Ιανούτσι, με τον Στιβ Μπουσέμι, που τον γνωρίσαμε στο “Reservoir Dogs” του Ταραντίνο, να υποδύεται τον Νικίτα Χρουστσόβ.
Είναι εντυπωσιακό πώς μια εποχή απόλυτου τρόμου, που στοίχισε τη ζωή σε εννέα τουλάχιστον εκατομμύρια ανθρώπους -αυτός είναι ο μετριοπαθέστερος υπολογισμοίς των θυμάτων του Σταλινισμού-, μπορεί μερικές δεκαετίες αργότερα να βγάζει γέλιο. Ίσως είναι στη φύση μας ό,τι δεν μάς αγγίζει προσωπικά να μην μάς συγκλονίζει γνήσια – η ελληνική παροιμία “ξένοι πόνοι, χάχανα” το δηλώνει ευθέως. Ίσως, από την άλλη, η διακωμώδηση, η αποκάλυψη της γελοιότητας των τυράννων και των τυραννίσκων να αποτελεί το ύστατο και πλέον αποτελεσματικό μας όπλο.
Ο βίος και η πολιτεία πάντως του Ιωσήφ Βησσαριόνοβιτς Τζουγκασβίλι -που πέρασε στην Ιστορία ως Στάλιν- κλείνει το μάτι και στο παρόν. Μάς δίνει κλειδιά για να ερμηνεύσουμε και τα οικεία μας κακά.
Από την παλιά φρουρά των Μπολσεβίκων, των αρειμάνιων επαναστατών που στοιχήθηκαν πίσω από τον Λένιν και κατέλαβαν το 1917 την εξουσία στη Ρωσία, ο Στάλιν δεν ήταν ο πιό χαρισματικός. Ουδέ καν ο εκλεκτός του αρχηγού. Για τα ηγετικά προσόντα, την στρατηγική του ευφυΐα και την ευρύτατη παιδεία του διακρινόταν ο Λέον Τρότσκι. Στην πρώιμη φάση της σοβιετικής εξουσίας, ο Στάλιν λογιζόταν από τους συντρόφους του σαν ένας αποτελεσματικός απλώς διεκπεραιωτής, ένας μονόχνωτος Γεωργιανός, που πρόθυμα αναλάμβανε και έφερνε σε πέρας και τα πιό πληκτικά καθήκοντα. Όταν ο Λένιν θέσπισε στο κόμμα του τη θέση του γενικού γραμματέα, ο οποίος θα έκανε τη “λάντζα”, θα ασχολούνταν αποκλειστικά σχεδόν με τη γραφειοκρατία, ο Στάλιν την διεκδίκησε και την κατέλαβε δίχως ουσιαστικά αντίπαλο. Σταδιακά τη μετέτρεψε σε μοχλό για να επιβάλει την εξουσία του.
Φοβού τα σιγανά ποτάμια. Όλους εκείνους που πέραν τού κόμματός τους -αριστερού ή δεξιού- δεν φαίνεται να έχουν άλλη ζωή και άλλα ενδιαφέροντα. Που ξημεροβραδιάζονται στα γραφεία και στους διαδρόμους, που δεν κουράζονται να ζυμώνονται με μεσαία και με κατώτερα στελέχη, που μελετάνε εξονυχιστικά φακέλους και σημειώνουν και τα πιό ασήμαντα για μελλοντική τυχόν χρήση. Κάθε πολιτική παράταξη συνιστά έναν περίπλοκο μηχανισμό. Οι ταλαντούχοι, οι οραματιστές, αίρονται πάνω από τα γρανάζια του, δεν ασχολούνται με “ασήμαντες” λεπτομέρειες. Συχνά το μετανιώνουν πικρά.
Ο Λένιν είχε, στα στερνά του, αντιληφθεί πόσο επικίνδυνος ήταν ο Στάλιν. Με την πολιτική του διαθήκη τον απέκλειε ρητά από διάδοχό του, χαρακτηρίζοντάς τον αγενή και εν γένει ακατάλληλο για ύπατα αξιώματα. Η διαθήκη εξαφανίστηκε. Ο Λένιν μόλις εξέπνευσε βαλσαμώθηκε και κλείστηκε σε μαυσωλείο. Αναδείχθηκε -παρά τις διαμαρτυρίες της χήρας του- σε νεκρό φαραώ του διεθνούς κομμουνισμού. Ο Στάλιν περιφρονώντας τη βούληση του προκατόχου του, πραγματοποίησε την τέλεια συμβολική πατροκτονία. Προσκύνησε -συντετριμένος δήθεν- τη σορό του Λένιν και τον μεταχειρίστηκε σαν σύμβολο του δικού του καθεστώτος.
Ο στυγνός τρόπος, η έκλειψη του θυμικού συνιστά διαβατήριο προς την εξουσία. Ο Στάλιν δεν υπήρξε καν σαδιστής. Αδιαφορούσε ολότελα για το ανθρώπινο δράμα. “Ένας θάνατος είναι τραγωδία. Ένα εκατομμύριο θάνατοι είναι στατιστική” φέρεται να έχει πει. Με παγωμένο αίμα αποφάσισε τις “Δίκες της Μόσχας”, όπου -προτού εκτελεστεί- κατεξεφτελίστηκε ο ανθός της μπολσεβίκικης ηγεσίας. Με ανάλογη ψυχρότητα διέταξε την ίδρυση στρατοπέδων συγκέντρωσης -στα οποία σάπιζε όποιος καταγγελλόταν σαν αντιφρονών-, μετακίνησε ολόκληρους πληθυσμούς, πραγματοποίησε τη “βίαια κολλεκτιβοποίηση” που είχε ως αποτέλεσμα τον μεγαλύτερο λοιμό. Ο ίδιος απέφευγε να αναμειγνύεται ευθέως. Ένα νεύμα του αρκούσε για να τεθεί σε λειτουργία ο ολετήρας. Άναβε έπειτα την πίπα του, βούλιαζε στην πολυθρόνα και παρακολουθούσε γουέστερν σε ιδιωτική προβολή στην ντάτσα του.
Η Ιστορία γράφεται από τους νικητές. Τί και αν ο Στάλιν είχε ψυχολογήσει λανθασμένα τον Χίτλερ και του είχε δώσει, με το σύμφωνο Ρίπεντροπ-Μολότοφ, άφθονο χρόνο για να προετοιμάσει και να διεξαγάγει την πρώτη φάση του πολέμου του; Τι και αν είχε αποδυναμώσει τον σοβιετικό στρατό, εξοντώνοντας τους πιό άξιους επικεφαλής του, με κορυφαίο τον στρατάρχη Τουχατσέφσκι; Εφόσον συνέτριψε -με δυσανάλογες έστω απώλειες- τον ναζισμό, πέρασε στην παγκόσμια συνείδηση με το φωτοστέφανο τού θριαμβευτή. Κέρδισε προσέτι και τη μισή Ευρώπη, βρίσκοντας μπόσικο τον πρόεδρο Ρούζβελτ. Η φρίκη του Τσώρτσιλ για τα αυταρχικά καθεστώτα που εγκαθιδρύονταν στην καρδιά της γηραιάς ηπείρου ηχούσε τότε υπερβολική στα αυτιά των προοδευτικών του “ελεύθερου κόσμου”.
Όσο γερνούσε ο Στάλιν, η δεσποτεία του καταντούσε καχύποπτη σε βαθμό παρανοϊκό. Όποιος γύρω του καθ’οιονδήποτε τρόπο ξεχώριζε, έσκαβε τον λάκκο του. Οι μόνοι που επεβίωναν στον στενό κύκλο της σοβιετικής εξουσίας ήταν κάτι ψοφοδεή ανθρωπάκια, κάτι επαγγελματίες κόλακες που υπέβλεπαν ο ένας τον άλλον και μηχανορραφούσαν αενάως για να διατηρήσουν την εύνοια του “Πατερούλη”. Αυτοί κλήθηκαν να διαχειριστούν τον θάνατο του Στάλιν. Και το έκαναν όπως ταίριαζε στην προσωπικότητα και στο ηθικό τους ανάστημα – η ταινία του Ιανούτσι το δείχνει σπαρταριστά.
Ο Νικήτα Χρουστσόβ κέρδισε με τα πολλά τη μάχη της διαδοχής και προχώρησε στην αποσταλινοποίηση στο 20ο Συνέδριο του ΚΚΣΕ. Ενώ από το βήμα παρουσίαζε τα εγκλήματα του Στάλιν, μία φωνή από το βάθος τον διέκοψε. “Ανήκατε στον στενό του κύκλο” του είπε κάποιος σύνεδρος. “Γιατί δεν τον σταματήσατε;” “Ποιός μίλησε;” βρυχήθηκε ο Χρουστσόβ. Στην αίθουσα έπεσε νεκρική σιωπή – εκείνος που τον είχε προκαλέσει δεν βρήκε το θάρρος να αναλάβει την ευθύνη των λόγων του.”Τώρα ξέρετε…” είπε ο Χρουστσόβ υπομειδιώντας. “Τώρα ξέρετε γιατί δεν τον σταματήσαμε.”
[ΠΗΓΗ: http://www.capital.gr, του Χρήστου Χωμενίδη, 12/3/2018]