ΣΕ ΧΑΜΗΛΟ 42 ΜΗΝΩΝ Η ΚΑΤΑΝΑΛΩΤΙΚΗ ΕΜΠΙΣΤΟΣΥΝΗ

Σε πλήρη κατάρρευση βρίσκεται η καταναλωτική εμπιστοσύνη, η οποία υποχώρησε τον Μάρτιο κάτω από τα επίπεδα του Σεπτεμβρίου του 2013 και κλείδωσε στις -74,4 μονάδες όταν τον αντίστοιχο μήνα του 2016 ήταν στις -71,9 μονάδες (πηγή: ΙΟΒΕ).

Η κατάρρευση του δείκτη καταναλωτικής εμπιστοσύνης είναι επακόλουθο της αβεβαιότητας από την παρατεταμένη διαδικασία αξιολόγησης του προγράμματος και κυρίως της επερχόμενης οριστικοποίησης των νέων δημοσιονομικών μέτρων, τα οποία συνεπάγονται μελλοντικά πρόσθετες περικοπές και φορολογικές επιβαρύνσεις για τα νοικοκυριά.

Οι αναμενόμενες πιέσεις από τα νέα μέτρα στο εισόδημα αντικατοπτρίζονται και στην υποχώρηση της πρόθεσης για αποταμίευση σε νέο ιστορικά χαμηλό επίπεδο. Η Ελλάδα διατηρεί την πρωτιά της στην ΕΕ σε όρους απαισιοδοξίας των νοικοκυριών. Ακολουθούν η Βουλγαρία (-25,3 από -22,5 μον.), η Κροατία (-14,7 από 13,7 μον.), η Λετονία (-14,0 από -16,5 μον.) και ολοκληρώνει την πεντάδα η Ιταλία, με –13,6 από -14,6 μονάδες. Ο συνολικός δείκτης βελτιώθηκε τόσο στην ΕΕ όσο και στην Ευρωζώνη, φθάνοντας τις -4,2 (από -5,2) και τις -5,0 (από -6,2) μονάδες αντίστοιχα και παρουσιάζοντας ανοδική τάση σε 16 χώρες (από 13 τον Ιανουάριο και τον Δεκέμβριο και 18 τον Νοέμβριο).

Επιδείνωση προβλέψεων των νοικοκυριών

Οι προβλέψεις των καταναλωτών για την οικονομική κατάσταση του νοικοκυριού τους τους προσεχείς 12 μήνες επιδεινώθηκαν περαιτέρω τον Μάρτιο, με το σχετικό δείκτη να διαμορφώνεται στις -69,1 (από -67,8) μονάδες. Όπως τον Φεβρουάριο, το 76% των νοικοκυριών αναμένει ελαφρά ή αισθητή επιδείνωση της οικονομικής του κατάστασης, ενώ μόλις το 2% προβλέπει βελτίωση. Οι αντίστοιχοι δείκτες σε ΕΕ και Ευρωζώνη διαμορφώθηκαν στις -0,3 και -1,9 μονάδες. Αντίστοιχα οι προβλέψεις των νοικοκυριών για την οικονομική κατάσταση της χώρας το προσεχές 12μηνο χειροτέρευσαν εκ νέου τον Μάρτιο, με το σχετικό δείκτη να διαμορφώνεται στις -80,1 (από – 78,3) μονάδες. Όπως τον Φεβρουάριο, το 67% των καταναλωτών προέβλεψε αισθητή επιδείνωση της οικονομικής κατάστασης της χώρας, έναντι ενός 3% (από 2%) το οποίο ανέμενε ελαφρά βελτίωση. Οι αντίστοιχοι δείκτες σε ΕΕ και Ευρωζώνη διαμορφώθηκαν στις -8,8 και -7.0 μονάδες.

Ιστορικό χαμηλό στην πρόθεση για αποταμίευση

Ο δείκτης της πρόθεσης για αποταμίευση τους προσεχείς 12 μήνες διαμορφώθηκε τον Μάρτιο ακόμα πιο χαμηλά, σε νέα ελάχιστη τιμή –86,1 (από -84,2) μονάδες. Το 93% των νοικοκυριών εκ νέου θεωρεί λίγο έως καθόλου πιθανή την αποταμίευση στο επόμενο 12μηνο, με το 6% να τη θεωρεί αρκετά ή πολύ πιθανή, ενώ οι σχετικοί δείκτες σε ΕΕ και Ευρωζώνη διαμορφώθηκαν στις – 0,2 και -4,2 μονάδες αντίστοιχα. Την ίδια ώρα ο δείκτης πρόβλεψης για την εξέλιξη της ανεργίας τους προσεχείς 12 μήνες διαμορφώθηκε τον Μάρτιο, στις 62,4 (από 63) μονάδες. Το ποσοστό των νοικοκυριών που προβλέπει ελαφρά ή αισθητή άνοδο της ανεργίας διαμορφώθηκε στο 78% (από 77%), με το 5% (από 6%) των ερωτηθέντων να αναμένει μείωση της. Οι αντίστοιχοι δείκτες σε ΕΕ και Ευρωζώνη κινήθηκαν στις +7,4 και +7,0 μονάδες.

Στον “πάγο” η κατανάλωση

Η κατάρρευση του δείκτη καταναλωτικής εμπιστοσύνης, λόγω της αβεβαιότητας, έχει όπως είναι αναμενόμενο και παράπλευρες απώλειες στο … ταμείο. Η πρόθεση των καταναλωτών για σημαντικές αγορές τους προσεχείς 12 μήνες (επίπλων, ηλεκτρικών συσκευών κ.λπ.) περιορίσθηκε αισθητά τον Μάρτιο, με τον σχετικό δείκτη να διαμορφώνεται στις -65,1 (από -57,2) μονάδες. Το 73% (από 70%) των καταναλωτών προβλέπει ότι θα προβεί σε λιγότερες ή πολύ λιγότερες δαπάνες, ενώ το 1% (από 4%) αναμένει το αντίθετο. Οι ευρωπαϊκοί δείκτες διαμορφώθηκαν στις -14,6 μονάδες στην ΕΕ και στις -17,3 μονάδες στην Ευρωζώνη.

Σχετικά με τις εκτιμήσεις για την τρέχουσα οικονομική κατάσταση του νοικοκυριού, το ποσοστό των καταναλωτών που δηλώνει ότι “μόλις τα βγάζει πέρα” διευρύνθηκε τον Μάρτιο, στο 63% (από 61%), ενώ το ποσοστό εκείνων που αναφέρουν ότι αντλούν από τις αποταμιεύσεις τους περιορίστηκε στο 12% (από 17%). Οι καταναλωτές που δηλώνουν ότι αποταμιεύουν λίγο ή πολύ αντιπροσωπεύουν το 6% (από 5%) του συνόλου των ερωτηθέντων, ενώ όσοι δηλώνουν ότι “έχουν χρεωθεί” αυξήθηκαν στο 19% (από 17%).

[ΠΗΓΗ: http://www.capital.gr, της Αλεξάνδρας Γκίτση, 4/4/2017]