Tag Archives: οικονομία

ΜΕΤΡΑ ΣΤΗΡΙΞΗΣ 4 ΔΙΣ. ΕΥΡΩ ΜΕΧΡΙ ΚΑΙ ΤΟ ΤΕΛΟΣ ΤΟΥ ΧΡΟΝΟΥ

Με τα φώτα της δημοσιότητας να έχουν πέσει δικαιολογημένα στην καταβολή των αποζημιώσεων των πληγέντων από τις πρόσφατες πυρκαγιές, έχει σχεδόν λησμονηθεί ότι τρέχει ακόμη ένα πακέτο μέτρων στήριξης της οικονομίας ενάντια στις συνέπειες του κορονοϊού ύψους 4 δισ. ευρώ μέχρι και το τέλος του χρόνου.

Μέχρι και την επόμενη εβδομάδα, θα εφαρμοστεί το πρόγραμμα κάλυψης παγίων δαπανών, με προϋπολογισμό 500 εκατ. ευρώ για τις περίπου 31.000 επιχειρήσεις που κρίθηκαν επιλέξιμες. Από τις αρχές της επόμενης εβδομάδας θα ειδοποιούνται για την αποστολή του πιστωτικού με το οποίο θα μπορούν να καλύπτουν φορολογικές και ασφαλιστικές τους υποχρεώσεις μέχρι και το τέλος του χρόνου. 

Τις επόμενες ημέρες εξάλλου αναμένεται να καταβληθούν οι αποζημιώσεις Ιουλίου στους ιδιοκτήτες που υποχρεώθηκαν τον Ιούλιο σε μειωμένα ενοίκια. 

Μόλις ολοκληρωθεί το πρόγραμμα κάλυψης των παγίων δαπανών, θα ξεκινήσει και το δεύτερο αντίστοιχο μέτρο που αφορά την προχρηματοδότηση επιχειρήσεων με το 35% των ενισχύσεων που είχαν λάβει στους τρεις πρώτους κύκλους της επιστρεπτέας προκαταβολής μέσω πιστωτικού για φορολογικές και ασφαλιστικές υποχρεώσεις. Το μέτρο αφορά την δυνατότητα των επιχειρήσεων να αποκτήσουν άμεσα ρευστότητα σε ύψος ως το 35% της συνολικής ενίσχυσης που πήραν από τους τρεις πρώτους κύκλους του βασικού μέτρου ενίσχυσης της ρευστότητας των επιχειρήσεων τους μήνες της πανδημίας. Και σε αυτήν, θα αποδίδεται στους δικαιούχους ένα πιστωτικό για να καλυφθούν υποχρεώσεις σε εφορία και ασφαλιστικά ταμεία μέχρι και το τέλος του 2021. Σε αντάλλαγμα, θα πρέπει να χάσουν την έκπτωση κατά 50% του επιστρεπτέου τμήματος των τριών πρώτων κύκλων του προγράμματος.

Παράλληλα, από τον Ιούλιο τρέχει ήδη το πρόγραμμα Γέφυρα ΙΙ για επιδότηση δόσεων επιχειρηματικών με προϋπολογισμό 300 εκατ. ευρώ που έχει εκταμιεύσει έως τώρα περίπου 20 εκατ. ευρώ, το οποίο θα τρέχει παράλληλα με το Γέφυρα Ι το οποίο αφορά την επιδότηση δανείων συνδεδεμένων με την πρώτη κατοικία. Το Γέφυρα Ι είχε προϋπολογισμό 200 εκατ. ευρώ από τα οποία έχουν δοθεί ήδη τα 140 εκατ. ευρώ.

Κλαδικές ενισχύσεις μέσω ΕΣΠΑ 

Παράλληλα, τρέχουν και οι κλαδικές ενισχύσεις που έχουν θεσμοθετηθεί για εστίαση και Τουρισμό. 

Στο πρόγραμμα για την εστίαση ύψους 270 εκατ. ευρώ έχουν ενταχθεί ήδη περίπου 10.000 επιχειρήσεις από τις 29.000 που υπέβαλαν αίτηση για ενίσχυση. Το πρόγραμμα κινείται με αργούς ρυθμούς καθώς από τα 98,83 εκατ. ευρώ που δικαιούνται οι ενταγμένες επιχειρήσεις έχουν εκταμιευθεί μέχρι στιγμής περίπου 30 εκατ. ευρώ 

Το αντίστοιχο πρόγραμμα για τον τουρισμό, προϋπολογισμού 420 εκατ. ευρώ για την ενίσχυση των επιχειρήσεων του χώρου αναμένεται να αρχίσει να τρέχει από τον Οκτώβριο αφού η προθεσμία για τις αιτήσεις των ενδιαφερόμενων λήγει στις 29 Σεπτεμβρίου. 

Νωρίτερα, μέσα στο Σεπτέμβριο, θα αρχίσουν να τρέχουν και τα δύο μικρότερα προγράμματα συνολικού προϋπολογισμού 16 εκατ. ευρώ για τα γυμναστήρια και τους παιδότοπους, με τις προθεσμία για τις αιτήσεις των ενδιαφερόμενων να λήγουν στις 10 Σεπτεμβρίου. 

Τέλος, μέσα στον Οκτώβριο θα αρχίσει να τρέχει και η Δράση ενίσχυσης αυτοαπασχολούμενων δικηγόρων με προϋπολογισμό 20 εκατ. ευρώ οι οποίοι θα επιδοτηθούν με ποσό έως 2.000 ευρώ για την απόκτηση ψηφιακού εξοπλισμού προκειμένου να είναι σε θέση να αξιοποιήσουν τις δυνατότητες που προσφέρει η τεχνολογία, στην παροχή των υπηρεσιών τους Η προθεσμία υποβολής αιτήσεων για ενδιαφερόμενους λήγει στις 29 Σεπτεμβρίου.  

[ΠΗΓΗ: https://www.capital.gr/, του Τάσου Δασόπουλου, 26/8/2021]

ΣΕ ΟΡΙΑΚΟ ΣΗΜΕΙΟ Η ΟΙΚΟΝΟΜΙΑ, ΚΙΝΔΥΝΕΥΕΙ ΝΑ ΜΗΝ ΑΝΑΚΑΜΨΕΙ ΠΟΤΕ

Σε επικίνδυνα μονοπάτια οδηγεί την ελληνική οικονομία το κυβερνητικό επιτελείο. Στο «καλό» σενάριο δεν μπορούν να εκτιμήσουν τη ζημιά που κάνουν στην οικονομία με τη στρατηγική τους. Στο «κακό» σενάριο, όλα γίνονται βάσει σχεδίου και με στόχο να μην καταρρεύσουν τα ποσοστά τους ενόψει εκλογών.

Την ώρα που ο Αλέξης Τσίπρας «σνομπάρει» τις αγορές η Citi «φωνάζει» ότι όλα, από την ανάπτυξη μέχρι τους δημοσιονομικούς στόχους, θα κριθούν από την αποκατάσταση της επενδυτικής εμπιστοσύνης. Την ώρα που το κυβερνητικό επιτελείο αναζητεί από μηχανής θεό για τις τράπεζες, αυξάνονται οι εκτιμήσεις που κάνουν λόγο για κίνδυνο επιβράδυνσης της ανάπτυξης το 2019 αν συνεχιστεί η ακατάσχετη προεκλογική παροχολογία.

Για να καταλάβει κανείς τι πραγματικά σκέφτονται στην κυβέρνηση για την έξοδο στις αγορές θα πρέπει μάλλον να έχει κληρονομικό χάρισμα. Το μόνο σίγουρο είναι ότι όλες οι αποφάσεις λαμβάνονται με γνώμονα το πολιτικό συμφέρον ενόψει των εκλογών, άρα και της εικόνας που περνάει προς τα έξω ο πρωθυπουργός, και σε καμία περίπτωση δεν αποτελεί προτεραιότητα το συμφέρον της οικονομίας.

Αυτό αποδεικνύεται με τον πλέον χαρακτηριστικό τρόπο από τις σπασμωδικές κινήσεις του κυβερνητικού επιτελείου από τα τέλη Αυγούστου αλλά κυρίως τον τελευταίο μήνα, όταν ξαφνικά κάποιοι «ξύπνησαν» και κατάλαβαν ότι οι τράπεζες θα έχουν πρόβλημα αν δεν λύσουν τον γόρδιο δεσμό των «κόκκινων» δανείων. Αν κάθε φορά χρειάζεται ένα κερδοσκοπικό χτύπημα ή η απειλή μιας κρίσης για να καταλάβουν στην κυβέρνηση τι ακριβώς συμβαίνει, τότε τα χειρότερα είναι μπροστά μας.

Όσο καθυστερούμε να βγούμε στις αγορές τόσο αυξάνεται ο κίνδυνος να μην επιτευχθούν οι στόχοι για την ανάπτυξη, καθώς οι επιχειρήσεις δεν θα μπορούν να βρουν φθηνή ρευστότητα και οι τράπεζες θα πελαγοδρομούν παραμένοντας απούσες από την ανάκαμψη της πραγματικής οικονομίας. Επιπλέον, θα αρχίσει να εξαντλείται το κεφαλαιακό «μαξιλάρι» και με τις μεγαλύτερες κεντρικές τράπεζες στον κόσμο να έχουν μπει σε τροχιά αύξησης των επιτοκίων, η αναχρηματοδότηση του χρέους θα είναι ακριβότερη.

Δεν είναι τυχαίο ότι την ώρα που επίσημες προβλέψεις κάνουν λόγο για ενίσχυση της ανάπτυξης στο 2,4% το 2019 (από 2% που προβλέπεται για το 2018), κάνουν όλο πιο συχνά την εμφάνισή τους εκτιμήσεις για πισωγύρισμα μετά την έξοδο από το μνημόνιο, τη διαφαινόμενη κυριαρχία της μεταβλητότητας στις αγορές και τις κυβερνητικές επιδιώξεις ενόψει των εκλογών. Πρόσφατα ήταν η Capital Economics, και χθες η Citi, οι αναλυτές της οποίας τοποθετούν το ρυθμό ανάπτυξης για το 2019 στο 1,6%.

Δεν είναι, επίσης, καθόλου τυχαία η αναφορά της Citi στα μεγάλα περιθώρια λάθους που συνοδεύουν τις εκτιμήσεις της για την ελληνική οικονομία. Όπως τονίζει η Citi, αυτό συμβαίνει γιατί όλα θα εξαρτηθούν από την επενδυτική εμπιστοσύνη. «Οι μεταβολές στα επίπεδα εμπιστοσύνης στις τάξεις των ξένων επενδυτών μπορεί να οδηγήσουν σε σημαντικά υψηλότερη/χαμηλότερη ανάπτυξη», σημειώνει.

Τι κάνει, λοιπόν, η κυβέρνηση για να αποκαταστήσει την περιβόητη επενδυτική εμπιστοσύνη, όταν κανείς σοβαρός ξένος δεν βλέπει την Ελλάδα ως σοβαρό επενδυτικό προορισμό και όσοι το έχουν κάνει στο παρελθόν σήμερα είναι εγκλωβισμένοι;

Τη μία ο Αλ. Τσίπρας υπόσχεται ότι θα ξαφνιαστούμε με τα χαμηλά επιτόκια που θα δανειζόμαστε στη μεταμνημονιακή εποχή και λίγο μετά ο ίδιος δηλώνει ότι δεν μας… νοιάζει ιδιαίτερα αν θα βγούμε στις αγορές αφού υπάρχει το κεφαλαιακό απόθεμα. Μετά, όμως, τη μίνι χρηματιστηριακή κρίση με επίκεντρο τις τράπεζες, στην κυβέρνηση φαίνεται πως συνειδητοποίησαν ότι «θα ήταν καλό να βγούμε στις αγορές», ενώ στην ουσία πρόκειται για επιτακτική ανάγκη αφού όσο καθυστερούμε τόσο η πραγματική οικονομία κινδυνεύει να μην πάρει ποτέ ανάσα.

Έτσι, κυκλοφόρησαν διάφορα σενάρια για έξοδο στις αγορές, ενώ μέχρι και ο υποδιοικητής της ΤτΕ, εκτίμησε ότι αυτή θα γίνει σύντομα και με «λογικά» επιτόκια. Σχέδιο, ωστόσο, δεν υπάρχει. Όλα θα εξαρτηθούν από το διεθνές περιβάλλον και από το αν η κυβέρνηση θα συνεχίσει στο μοτίβο της προεκλογικής παροχολογίας και της μη τήρησης των συμφωνηθέντων (γιατί άλλωστε να τα τηρήσει αφού δεν είμαστε σε μνημόνιο) που δείχνουν ότι η χώρα δεν είναι σοβαρή.

Μόνο από την αδυναμία των τραπεζών να αντλήσουν κεφάλαια από τις αγορές για να χρηματοδοτήσουν με βιώσιμο και αποτελεσματικό τρόπο την αναγκαία για ολόκληρη την οικονομία μείωση των «κόκκινων» δανείων, το δυνητικό κόστος για το ελληνικό δημόσιο μπορεί να φτάσει ακόμη και τα 20 δισ. ευρώ. Το κόστος θα είναι ακόμη μεγαλύτερο και ο αντίκτυπος για την αγορά καταστροφικός, στην απευκταία περίπτωση που οι δυσμενείς συνθήκες στις αγορές αναγκάσουν τις τράπεζες σε νέα ανακεφαλαιοποίηση.

Στο μεταξύ, η κυβέρνηση προσπαθεί να θολώσει τα νερά καταφεύγοντας στην πάγια τακτική της που δεν είναι άλλη από τον εσωτερικό δανεισμό (χαρακτηριστικό παράδειγμα η μεταφορά πόρων από το ΑΚΑΓΕ) και το «πάγωμα» της εξόφλησης των οφειλών της προς τον ιδιωτικό τομέα που φτάνει τα 6 δισ. ευρώ

 

[ΠΗΓΗ: https://www.liberal.gr/, του Κωνσταντίνου Μαριόλη, 27/10/2018]

ΣΤΡΑΒΑ ΑΡΜΕΝΙΖΟΥΜΕ

Οι εκθέσεις των ξένων οίκων και οι προβλέψεις των δανειστών για την Ελλάδα εντοπίζουν ως το πιο σημαντικό πρόσκομμα για την ανάπτυξη το θηριώδες ποσοστό της ανεργίας που κυμαίνεται στο 21%. Αντί λοιπόν οι πρωτοβουλίες της κυβέρνησης να έχουν ως στόχο την προσέλκυση επενδύσεων και τη δημιουργία θέσεων απασχόλησης πάντα κάτι συμβαίνει και το αποτέλεσμα είναι το εντελώς αντίθετο.

Τελευταίο παράδειγμα οι δηλώσεις του διευθύνοντος συμβούλου της καναδικής Eldorado Gold ότι δεν υπάρχει καμία πρόοδος στην αδειοδότηση των Σκουριών με αποτέλεσμα η διοίκηση να εξετάζει την ανάληψη νομικών πρωτοβουλιών κατά του Δημοσίου. Και αυτό γιατί ύστερα από τέσσερις μήνες που η διαιτησία διαπίστωσε πως η τεχνική μελέτη μεταλλουργίας της εταιρείας για την επεξεργασία των συμπυκνωμάτων Σκουριών και Ολυμπιάδας δεν συνιστά παράβαση των διατάξεων της σύμβασης μεταβίβασης, το αρμόδιο υπουργείο δεν έχει εκδώσει τις άδειες για να ξεκινήσουν οι εργασίες και 500 εργαζόμενοι αναμένουν στο… ακουστικό τους. Είναι βέβαιο πως οι Καναδοί δεν σκέφτονται να προχωρήσουν σε επιθετικές κινήσεις καθώς τα μεταλλεία θα αποδειχθούν για αυτούς πραγματικά χρυσοφόρα. Το θέμα όμως είναι γιατί η πολιτεία δεν δίνει το πράσινο φως για την έναρξη των επενδύσεων που και κόσμο θα απασχολήσουν αλλά θα αποδώσουν και δικαιώματα εκμετάλλευσης στο Ελληνικό Δημόσιο.

Άλλο παράδειγμα το Ελληνικό. Ούτε και το 2018 θα μπουν οι μπουλντόζες για να εκκινήσουν έργα όπως διαβεβαίωναν από την κυβέρνηση. Οι διαδικασίες προχωρούν με ρυθμούς χελώνας και τώρα απομακρύνονται υπηρεσίες και φορείς του Δημοσίου από την έκταση. Πρόκειται για μια επένδυση που στο στάδιο κατασκευής θα απασχολήσει 20.000 κόσμο και στην πλήρη λειτουργία των χρήσεων 50.000 εργαζομένους προσθέτοντας μία ποσοστιαία μονάδα στο ΑΕΠ. Ο χρόνος είναι χρήμα και η Ελλάδα δεν έχει την πολυτέλεια να αντιμετωπίζει έτσι επενδύσεις που θα βοηθήσουν στην ανάπτυξη και κυρίως έχουν τηρήσει τις συμβατικές τους υποχρεώσεις. Ακόμα και το εμπορικό κέντρο της Artume στην Ακαδημία Πλάτωνος συνολικής επένδυσης 300 εκατ. ευρώ μόλις τώρα, 11 χρόνια μετά την εξαγορά της έκτασης το2007, φαίνεται να ξεκολλάει αφού υπεγράφη το προεδρικό διάταγμα και εκτιμάται ότι ίσως σε τρεις μήνες εκδοθεί η οικοδομική άδεια.

[ΠΗΓΗ: ΤΟ ΒΗΜΑ ΤΗΣ ΚΥΡΙΑΚΗΣ, του Βασίλη Κώτση, 5/8/2018]

TΑΖΟΥΝ ΑΥΞΗΣΗ ΤΟΥ ΚΑΤΩΤΑΤΟΥ ΜΙΣΘΟΥ, ΕΝΩ ΜΕΙΩΝΟΝΤΑΙ ΟΙ ΑΜΟΙΒΕΣ ΣΤΟΝ ΙΔΙΩΤΙΚΟ ΤΟΜΕΑ

“Πόρτα” στην αύξηση του κατώτατου μισθού –την οποία τάζει η κυβέρνηση από το 2019– εξακολουθεί να “ρίχνει” η πραγματική οικονομία.

Και αυτό γιατί ο μέσος μισθός στον ιδιωτικό τομέα συνεχίζει να μειώνεται, λόγω της ασταμάτητης πτώσης των αμοιβών των πλήρως απασχολούμενων.  

Η πτώση αυτή σημειώνεται, μάλιστα, την ώρα που έχει σταματήσει η πτώση των αμοιβών των μερικώς απασχολούμενων.  

Αυτό σημαίνει πως η μείωση των εργατικών μισθών, η οποία έχει ξεκινήσει από το 2010 και δεν ανακόπηκε μετά το 2014-2015, συνεχίζεται. Αφορά, όμως, πλέον μόνο τις αμοιβές των πλήρως απασχολούμενων, μιας και έχει χτυπήσει “ταβάνι” η μείωση των αμοιβών των μερικώς απασχολούμενων.

Η αποκάλυψη αυτή βρίσκεται στα τελευταία στοιχεία για τη μισθωτή απασχόληση, τα οποία έδωσε στη δημοσιότητα ο ίδιος ο Ενιαίος Φορέας Κοινωνικής Ασφάλισης (ΕΦΚΑ).

Υπό αυτές τις συνθήκες, επιχειρηματικοί κύκλοι με τους οποίους ήρθε σε επαφή το Capital.gr, εξακολουθούν να εκφράζουν ισχυρές ενστάσεις  για το ενδεχόμενο αύξησης του κατώτατου μισθού από την 1η Ιανουαρίου 2019 με βάση το θεσμικό πλαίσιο του 2012 (σ.σ. θεσπίστηκε από την προηγούμενη κυβέρνηση).

Με βάση, μάλιστα, τις ρητές μεταμνημονικές δεσμεύσεις τις οποίες ανέλαβε η κυβέρνηση, η “επικαιροποίηση” του κατώτατου μισθού θα πρέπει να γίνει λαμβάνοντας υπόψη την πορεία της παραγωγικότητας της εργασίας, η οποία -όμως- συνεχίζει να είναι πτωτική. Και αυτό παρά την αύξηση τόσο του ΑΕΠ, όσο και της απασχόλησης.

Να σημειωθεί πως το μέτωπο του κατώτατου μισθού αναμένεται να ανοίξει από τον ερχόμενο Αύγουστο – Σεπτέμβριο, την ίδια ώρα που η κυβέρνηση έχει προκαλέσει την αντίδραση του ΣΕΒ για το νέο καθεστώς μισθοδοσίας των εργαζομένων για τους αναθέτοντες έργων, τους εργολάβους και τους υπεργολάβους. Παράλληλα, η σχέση κυβέρνησης – ΣΕΒ κατέστη ακόμα χειρότερη μετά το “άνοιγμα” της κυβέρνησης στον Σύνδεσμο Βιομηχάνων Βόρειας Ελλάδας.

Ανεξάρτητα, όμως, από τους σχεδιασμούς της κυβέρνησης, η πραγματική εικόνα στην αγορά εργασίας έχει ως εξής:

– Τον Φεβρουάριο οι μέσες μικτές αμοιβές των μισθωτών έπεσαν στο ιστορικό χαμηλό των 929 ευρώ (785 ευρώ καθαρά). Πέρσι ανέρχονταν στα 944 ευρώ. Με άλλα λόγια, υποχώρησαν κατά 1,5%. Και αυτό παρά την αύξηση του πλήθους των απασχολούμενων κατά 219.648 ή 10%. Αυτό σημαίνει πως ως  ένα βαθμό, η αύξηση της απασχόλησης προήλθε από τη μείωση των αμοιβών. Δηλαδή, η καταβολή χαμηλότερων μισθών, σε συνθήκες συνεχιζόμενης ασφαλιστικής και φορολογικής “πολιορκίας” των επιχειρήσεων – αποτέλεσε το “κίνητρο” για την πρόσληψη νέου προσωπικού.

– Ακόμα χαμηλότερος είναι ο μέσος μισθός των μερικώς απασχολούμενων, δηλαδή εκείνων των εργαζομένων, οι οποίοι απασχολούνται για λιγότερο από 8 ώρες την εβδομάδα. Συγκεκριμένα, οι μικτές αμοιβές τους ανέρχονται σε 378 ευρώ  (319 ευρώ). Τον μισθό αυτό λαμβάνουν πάνω από 613.000 εργαζόμενοι στον ιδιωτικό τομέα. Αντιστοιχεί μάλιστα στο 63% του κατώτατου μισθού (378 ευρώ έναντι 586 ευρώ). Αξίζει να σημειωθεί πάντως πως έχει σταματήσει η πτώση των αμοιβών των μερικώς απασχολούμενων. Πιο συγκεκριμένα, ο μέσος μισθός αυτής της κατηγορίας των εργαζομένων βρίσκεται στο επίπεδο των 378 ευρώ εδώ και δώδεκα μήνες, δηλαδή από τον Φεβρουάριο του 2017 έως και τον Φεβρουάριο του 2018. Αντίθετα, από το 2015 έως και το 2017 σημειώνει συνεχή πτώση, την ίδια ώρα που αυξανόταν ραγδαία το πλήθος των μερικώς απασχολούμενων. Αναλυτικότερα από τους 431.785 μερικούς απασχολούμενους τον Φεβρουάριο του 2014 ανήλθαν στους 613.119 το Φεβρουάριο του 2018. Δηλαδή, αυξήθηκαν κατά 181.334 ή 29,5% κατά την περίοδο 2014 -2018.

– Την ίδια περίοδο, αυξήθηκε κατά μόλις 19% η συνολική απασχόληση (πλήθος εργαζομένων με συμβάσεις μερικής αλλά και πλήρους απασχόλησης).  Με άλλα λόγια, οι μερικώς απασχολούμενοι έσυραν το “κάρο” της αύξησης της απασχόλησης των τελευταίων 4-5 χρόνων. Και αυτό λόγω των συνεχώς μειουμένων αμοιβών τους. Συγκεκριμένα, υποχώρησαν κατά 10,6%. Συνολικά, ο μέσος μισθός των απασχολούμενων μειώθηκε κατά 10,3%.

Αυτό σημαίνει πως η πτώση του μέσου μισθού οφείλεται αναλογικά περισσότερο στην πτώση του  μέσου μισθού των μερικώς απασχολούμενων σε σχέση με την πτώση του μέσου μισθού των πλήρως απασχολούμενων.

Πλέον -όπως προαναφέρθηκε- έχει φρενάρει η πτώση των αμοιβών των μερικώς απασχολούμενων. Ωστόσο, δεν συμβαίνει το ίδιο με τις αμοιβές των πλήρως απασχολούμενων.

Συγκεκριμένα, τον Φεβρουάριο του 2018, ο μέσος μισθός των πλήρως απασχολούμενων διαμορφώθηκε στα 1.166 ευρώ έναντι 1.193 ευρώ πέρσι. Δηλαδή μειώθηκε κατά 27 ευρώ ή 2,2%.

Η συνέχιση της μείωσης των μέσων αμοιβών των πλήρως απασχολούμενων την ίδια ώρα που η μείωση των μέσων αμοιβών των μερικώς απασχολούμενων έχει “παγώσει” συντελείται, ενώ από το 2014 έχουν πέσει κατά 4,7% (δηλαδή λιγότερο σε σχέση με τις αμοιβές των μερικώς απασχολούμενων).

[ΠΗΓΗ: http://www.capital.gr/, του Δημήτρη Κατσαγάνη, 16/7/2018]