Tag Archives: ενεργεια

ΟΙ ΚΡΙΣΙΜΕΣ ΠΡΩΤΕΣ ΥΛΕΣ ΣΤΗΝ ΕΥΡΩΠΗ

Πως η Ε.Ε. θα διασφαλίσει με ασφάλεια τον εφοδιασμό της με τις πρώτες ύλες που χρειάζεται για να εξασφαλίσει την πράσινη και την ψηφιακή μετάβαση – η σημασία των εξορύξεων

Είναι σε όλους κατανοητό πλέον πως οι Κρίσιμες Πρώτες Ύλες (ΚΠΥ) είναι απαραίτητες για ένα ευρύ φάσμα εφαρμογών ακόμα και στους χαρακτηριζόμενους «στρατηγικούς τομείς», όπως η «πράσινη, μη ρυπαίνουσα βιομηχανία (βιομηχανία μηδενικών ρύπων), η ψηφιακή βιομηχανία, η αεροδιαστημική και η άμυνα.

Το πρόβλημα ξεκίνησε με την διαπίστωση ότι ενώ η ζήτηση για ΚΠΥ προβλέπεται να αυξηθεί δραστικά, η Ευρώπη βασίζεται σε μεγάλο βαθμό στις εισαγωγές, συχνά από σχεδόν μονοπωλιακούς προμηθευτές τρίτων χωρών. Η ΕΕ πρέπει να μετριάσει τους κινδύνους για τους δρόμους εφοδιασμού της που σχετίζονται με τέτοιες εξαρτήσεις, με απώτερο σκοπό να ενισχύσει την οικονομική της ανθεκτικότητα, γεγονός αναγκαίο, όπως διαπιστώθηκε από τις ελλείψεις την περίοδο της πανδημίας, αλλά και την ενεργειακή κρίση μετά την εισβολή της Ρωσίας στην Ουκρανία. Τέτοιες καταστάσεις μπορούν να θέσουν σε κίνδυνο τις προσπάθειες της ΕΕ να επιτύχει τους στόχους της που αφορούν την κλιματική αλλαγή και την ψηφιακή μετάβαση.

Έτσι, η Ευρωπαϊκή Επιτροπή στην προσπάθειά της να προφυλαχθεί από ελλείψεις, εξαρτήσεις και πολιτικές πιέσεις από τρίτες χώρες σχετικά με τις ΚΠΥ, τον Μάρτιο του 2023 ψήφισε ένα ολοκληρωμένο σύνολο ενεργειών, την «Πράξη για τις Κρίσιμες Πρώτες Ύλες» για να διασφαλίσει τον εφοδιασμό της με ασφάλεια, και με βιώσιμες διαδικασίες.

Ο κανονισμός για τις ΚΠΥ –που εγκρίθηκε στα πλαίσια της Πράξης για τις Κρίσιμες Πρώτες Ύλες τον Μάρτιο–, αξιοποιεί τα δυνατά σημεία και τις ευκαιρίες της ενιαίας αγοράς και των εξωτερικών εταιρικών σχέσεων της ΕΕ με άλλες χώρες, για να διαφοροποιήσει τον μέχρι σήμερα τρόπο που προμηθεύεται τις ΚΠΥ και να ισχυροποιήσει τον εφοδιασμό της. Η Πράξη για τις Κρίσιμες Πρώτες Ύλες αυξάνει επίσης την δυνατότητα της ΕΕ να παρακολουθεί τυχόν οικονομικές ή γεωπολιτικές αναταράξεις και να μετριάζει τους δυνητικούς κινδύνους , ενώ ενισχύει την βιωσιμότητα των διαδικασιών και τις αρχές της κυκλικής οικονομίας. Οι τρόποι και τα εργαλεία που προβλέπει η Πράξη για τις Κρίσιμες Πρώτες Ύλες για τη διασφάλιση των ανωτέρω, είναι κυρίως:

  • Ο καθορισμός δράσεων με συγκεκριμένη προτεραιότητα
  • Η δημιουργία ασφαλών και ανθεκτικών οδών εφοδιασμού με κρίσιμες πρώτες ύλες στην ΕΕ
  • Η διασφάλιση της ικανότητας της ΕΕ να μετριάζει τους κινδύνους ως προς τον  εφοδιασμό της με ΚΠΥ
  • Οι επενδύσεις στην έρευνα, την καινοτομία και τις δεξιότητες
  • Η προστασία του περιβάλλοντος μέσω της βελτίωσης της κυκλικής οικονομίας και της βιωσιμότητας – όσον αφορά τις κρίσιμες πρώτες ύλες
  • Οι διεθνείς δεσμεύσεις και συμφωνίες
  • Η διαφοροποίηση του σημερινού τρόπου εισαγωγής ΚΠΥ στην ΕΕ, με την ενίσχυση συνεργασιών με αξιόπιστους εταίρους σε όλο τον κόσμο
  • Η περαιτέρω ανάπτυξη στρατηγικών εταιρικών σχέσεων

Η Πράξη για τις Κρίσιμες Πρώτες Ύλες 

Αν ρωτάτε τι είναι τελικά αυτή η Πράξη, στην ουσία, πρόκειται για μια πρωτοβουλία που συνίσταται σε έναν Κανονισμό και μια Ανακοίνωση.

Ο Κανονισμός θεσπίζει ένα κανονιστικό πλαίσιο για την υποστήριξη της ανάπτυξης εγχώριας δυναμικότητας και την ενίσχυση της βιωσιμότητας και της κυκλικότητας των διαδικασιών εφοδιασμού ΚΠΥ στην ΕΕ.

Η Ανακοίνωση προτείνει μέτρα για τη στήριξη της διαφοροποίησης του τρόπου και της διαδικασίας εφοδιασμού μέσω νέων διεθνών εταιρικών σχέσεων αμοιβαίας υποστήριξης.

Η Πράξη για τις ΚΠΥ προαναγγέλθηκε από την πρόεδρο κ. φον ντερ Λάιεν κατά την ομιλία της για την κατάσταση της Ένωσης το 2022, κατά την οποία ζήτησε να αντιμετωπιστεί η εξάρτηση της ΕΕ από εισαγόμενες ΚΠΥ μέσω της διασφάλισης του εγχώριου και βιώσιμου εφοδιασμού. Ανταποκρίνεται στη διακήρυξη των Βερσαλλιών του 2022 που εγκρίθηκε από το Ευρωπαϊκό Συμβούλιο, στην οποία περιγράφεται η στρατηγική σημασία των κρίσιμων πρώτων υλών για τη διασφάλιση της στρατηγικής αυτονομίας της Ένωσης και της ευρωπαϊκής κυριαρχίας. Ανταποκρίνεται επίσης στα συμπεράσματα της Διάσκεψης για το μέλλον της Ευρώπης και στο ψήφισμα του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου από τον Νοέμβριο του 2021 σχετικά με μια στρατηγική της ΕΕ για τις κρίσιμες πρώτες ύλες.

Τα μέτρα βασίζονται στην αξιολόγηση των ΚΠΥ του 2023, μια έκθεση στην οποία αναλύθηκαν οι προοπτικές τους και δίνει ιδιαίτερη σημασία στις λεγόμενες «στρατηγικές τεχνολογίες», και στις δράσεις που δρομολογήθηκαν στο πλαίσιο του Σχεδίου Δράσης του 2020 για τις ΚΠΥ.

Η Πρόταση που ψηφίστηκε τον Μάρτιο στηρίζεται στο επιστημονικό έργο του Κοινού Κέντρου Ερευνών (ΚΚΕρ) της Επιτροπής. Μαζί με τη μελέτη ανάλυσης προοπτικών, το ΚΚΕρ ανανέωσε επίσης το σύστημα πληροφοριών για τις πρώτες ύλες, το οποίο παρέχει γνώσεις σχετικά με τις πρώτες ύλες, τόσο τις πρωτογενείς (από εξόρυξη, συγκομιδή κ.λπ.) όσο και τις δευτερογενείς, π.χ. από ανακύκλωση. Το εργαλείο αυτό παρέχει πληροφορίες για συγκεκριμένα υλικά, χώρες, τομείς και τεχνολογίες και περιλαμβάνει αναλύσεις για την προσφορά και τη ζήτηση, τόσο την υφιστάμενη όσο και την μελλοντική.

Η Πράξη για τις ΚΠΥ υποβλήθηκε προς ψήφιση παράλληλα με την Πράξη για τη βιομηχανία των μηδενικών καθαρών εκπομπών της ΕΕ, η οποία αποσκοπεί στην κλιμάκωση της παραγωγής βασικών τεχνολογιών με ουδέτερο ισοζύγιο άνθρακα, δηλαδή μηδενικές, καθαρές εκπομπές, για τη διασφάλιση της ασφάλειας, της ανταγωνιστικότητας και της βιωσιμότητας του εφοδιασμού με «καθαρή» ενέργεια, με στόχο την επίτευξη των φιλοδοξιών της ΕΕ για την αντιμετώπιση της κλιματικής αλλαγής και την ενεργειακή μετάβαση.

Νέο status για τις εξορύξεις στην Ε.Ε.

Τι σημαίνουν όμως όλα αυτά για τον τομέα των εξορύξεων; Ο Κανονισμός, που όπως αναφέρθηκε αποτελεί μέρος της Πράξης για τις ΚΠΥ, βάζει σαφείς κανόνες για την εγχώρια δυναμικότητα για όλες τις φάσεις της εφοδιαστικής αλυσίδας ΚΠΥ και για τη διαφοροποίηση του τρόπου εφοδιασμού της ΕΕ μέχρι το 2030, το αργότερο. Ο πρώτος κανόνας διασφαλίζει πως τουλάχιστον το 10 % της ετήσιας κατανάλωσης ΚΠΥ της ΕΕ θα αφορά την εξόρυξη εντός της Ε.Ε., ενώ παράλληλα θα απλουστευτούν οι διαδικασίες αδειοδότησης για έργα σχετικά με την εξόρυξη ΚΠΥ στην ΕΕ. Επιπλέον, επιλεγμένα στρατηγικά έργα θα λάβουν στήριξη για την πρόσβαση σε χρηματοδότηση και συντομότερες προθεσμίες αδειοδότησης (24 μήνες για τις άδειες εξόρυξης και 12 μήνες για τις άδειες επεξεργασίας και ανακύκλωσης). Τα κράτη μέλη θα πρέπει επίσης να αναπτύξουν εθνικά προγράμματα για την εξερεύνηση των γεωλογικών τους πόρων.

Τι μας μένει από όλο αυτό; Η αναγκαιότητα της εξόρυξης των απαραίτητων ΚΠΥ για την πράσινη και την ψηφιακή μετάβαση, από το εσωτερικό της ΕΕ προβάλλει πλέον ως το νούμερο ένα ζητούμενο για την απεξάρτηση της Ευρώπης από τρίτους, απρόβλεπτους προμηθευτές και όποιους κινδύνουν συνεπάγεται αυτό. Και πως πρέπει να μεθοδευτεί; Με την απλούστευση των διαδικασιών αδειοδότησης για έργα σχετικά με την εξόρυξη ΚΠΥ και την στήριξή τους σε εθνικό επίπεδο. Μέχρι σήμερα η Ευρώπη εισήγαγε πρώτες ύλες που χρειαζόταν για τις βιομηχανίες της από όπου εύρισκε, αδιαφορώντας για τον τρόπο εξόρυξης. Τα χρόνια του συνδρόμου NIMBY (Not In My Back Yard) έχουν περάσει όμως ανεπιστρεπτί, αφού η σημερινή τεχνολογία μπορεί να στηρίξει αποτελεσματικά πλέον την προστασία του περιβάλλοντος και την βιωσιμότητα της εξόρυξης.

 

ΔΙΕΚΔΙΚΗΣΗ ΓΕΩΠΟΛΙΤΙΚΟΥ ΡΟΛΟΥ ΛΟΓΩ ΤΗΣ ΕΝΕΡΓΕΙΑΣ ΑΠΟ “ΟΙΚΟΛΟΓΟΥΣ”

Το ενεργειακό ενδιαφέρον έχει στραφεί εδώ και πολύ καιρό στην περιοχή της Μεσογείου. Οι Μεσογειακοί υδρογονάνθρακες, εφόσον η παρουσία τους επιβεβαιωθεί, θα συμβάλλουν στην ενεργειακή στήριξη της ΕΕ. Μεγάλες εταιρείες υδρογοναθράκων έχουν αρχίσει να στρέφουν το ενδιαφέρον τους προς τη Μεσόγειο∙ η πιθανή παρουσία υδρογοναθράκων στη Μεσόγειο προσδίδει γεωπολιτικές διαστάσεις και απαιτούνται λεπτοί χειρισμοί ώστε να επιτευχθεί το μέγιστο εθνικό συμφέρον σε συνεργασία με άλλες Μεσογειακές χώρες.

Θα περίμενε λοιπόν κανείς όλες οι πλευρές εντός Ελλάδας να έχουν αντιληφθεί τις θετικές επιπτώσεις για τη χώρα από την αξιοποίηση των υδρογοναθράκων. Επιπτώσεις σε οικονομικό, κοινωνικό και κυρίως γεωπολιτικό επίπεδο: η Ελλάδα θα καταστεί ισχυρή χώρα.

Ωστόσο κατά καιρούς εκφράζονται διάφορες απόψεις στη χώρα μας οι οποίες δεν συμπεριλαμβάνουν τις γεωπολιτικές διαστάσεις του παίγνιου των υδρογοναθράκων στη Μεσόγειο. Οι «οικολογικές» αυτές απόψεις θεωρούνται παρωχημένες καθώς χρησιμοποιούν τα ίδια και τα ίδια αναμασημένα επιχειρήματατης δεκαετίας του ’80.

Οι κεκαλυμένες αυτές απόψεις φαίνεται πως φυτρώνουν ωσάν τα μανιτάρια και προέρχονται συνήθως από οικολογικές οργανώσεις-βιτρίνες (;) με ευφάνταστες και βαρύγδουπες ονομασίες. Δυστυχώς, οι οικολόγοι εμμέσως πλην σαφώς, φαίνεται πως παίζουν πλέον (είτε ηθελημένα είτε αθέλητα) γεωπολιτικό ρόλο στα τεκταινόμενα στην περιοχή της Μεσογείου.

Όταν όλες σχεδόν οι χώρες της Μεσογείου επιζητούν την αξιοποίηση των υδρογοναθράκων ώστε να ευημερήσουν οι λαοί τους πώς εξηγείται το γεγονός οι οικολογικές οργανώσεις να επιζητούν τη μη-αξιοποίηση των Μεσογειακών υδρογοναθράκων; Οι μόνοι οι οποίοι έχουν (όλως τυχαίως) την ίδια άποψη με τους οικολόγους είναι αυτοί οι οποίοι θα χάσουν οικονομικά από την αξιοποίηση των Μεσογειακών υδρογοναθράκων.

Στο παίγνιο της αξιοποίησης των υδρογοναθράκων της Μεσογείου παρατηρείται ίσως μία σύμπτωση συμφερόντων μεταξύ κρατών(;)που θα απωλέσουν οικονομικά οφέλη σε περίπτωση που αξιοποιηθούν οι Μεσογειακοί υδρογονάνθρακες, ορισμένων διεθνών Μη Κυβερνητικών Οργανώσεων και του… «οικολογικού» κινήματος.

Σε αυτό το σημείο ας αναφερθεί ο όρος της “γεωπολιτικής οικολογίας” («eco-geopolitics»): δηλαδή η ηθελημένη χρήση του επιχειρήματος της προστασίας του περιβάλλοντος ή της περιβαλλοντικής ασφάλειας (κατ’ευφημισμός οικολογία) ως εργαλείο για τη επιβολή/επίτευξη συγκεκριμένων γεωπολιτικών στόχων-συμφερόντων συγκεκριμένων κρατών.

Το παρόν άρθρο δεν υπονοεί κάτι συγκεκριμένο. Απλώς βάζει στο παίγνιο και την πιθανότητα να υπάρχει και η σκοτεινή πλευρά του Φεγγαριού… “DARK SIDE OF THE MOON” λοιπόν.

 

[ΠΗΓΗ: http://politesaristoteli.blogspot.gr, Αναδημοσίευση από defence-point.gr, 1/2/2018]

ΠΩΛΗΣΗ ΛΙΓΝΙΤΙΚΩΝ ΜΟΝΑΔΩΝ ΔΕΗ ΜΕ Η ΧΩΡΙΣ ΟΡΥΧΕΙΑ

Όλος ο τύπος αναφέρεται στην επικείμενη πώληση λιγνιτικών Μονάδων (ΑΗΣ) της ΔΕΗ χωρίς να διευκρινίζει κατά πόσον θα συμπεριληφθούν στην πώληση και Ορυχεία.

Κάποιοι σημειώνουν το κενό αυτό στην πληροφόρηση, το οποίο είναι ιδιαίτερα σημαντικό μιας και τα ορυχεία καταλαμβάνουν σημαντικές εκτάσεις, στις οποίες, εάν δεν γίνει η κατάλληλη αποκατάσταση μετά το πέρας της εκμετάλλευσης, θα δημιουργηθούν σοβαρά περιβαλλοντικά προβλήματα που θα επιβαρύνουν τις επερχόμενες γενεές.Τα ορυχεία απασχολούν την πλειοψηφία του προσωπικού της ΔΕΗ στις περιοχές των λιγνιτωρυχείων

Ο λιγνίτης είναι ο κύριος παράγοντας κόστους των ΑΗΣ και έτσι το κόστος του καθορίζει την ένταξη μιας μονάδας στο διασυνδεδεμένο σύστημα της χώρας.

Είχαμε από τριετίας επισημάνει (1) το υψηλό κόστος του ελληνικού λιγνίτη, το οποίο ήταν τότε το υψηλότερο στην Ευρώπη, διπλάσιο του ανταγωνιστού Mini Maritsa Iztok στην Βουλγαρία. Παράλληλα, η τιμή του φυσικού αερίου έπεσε με αποτέλεσμα, σε κάποιες περιόδους , να εντάσσονται στην παραγωγή του ρεύματος οι λιγνιτικοί ΑΗΣ μετά από εκείνους του φυσικού αερίου. Η απαξίωση αυτή της λιγνιτικής ηλεκτροπαραγωγής θα οδηγήσει στην πώληση των μονάδων έναντι συμβολικού τιμήματος (ό,τι δεν βγάζει λεφτά ή προκαλεί ζημία δεν έχει αξία).

Επειδή η λειτουργία των ορυχείων επηρεάζει μεγάλο εκλογικό σώμα, η διατήρησή τους υπό «κρατική» ιδιοκτησία, με παράλληλη πώληση σταθμών, φαντάζει μια διαδικασία που έχει μικρότερο πολιτικό κόστος. Τη μη πώληση των ορυχείων είναι δυνατόν να επιθυμούν και οι περισσότεροι των αγοραστών είτε διότι δεν ασχολούνται με τα ορυχεία είτε διότι δεν επιθυμούν να εμπλακούν με τα δύσκολα και φτωχά ελληνικά λιγνιτωρυχεία. Το μοντέλο αυτό το βλέπουμε υλοποιούμενο στη γειτονιά μας, Κόσοβο, Βουλγαρία και εσχάτως στη Σερβία.

Στην περίπτωση αυτή, η τροφοδοσία των σταθμών θα είναι εξασφαλισμένη (και με ποινικές ρήτρες για ποιότητες και ποσότητες λιγνίτη) μέσω συμφωνιών πώλησης λιγνίτη μεταξύ των «κρατικών» λιγνιτωρυχείων και του «ιδιώτη» παραγωγού. Βέβαια, για να εντάσσονται οι πωληθείσες μονάδες θα πρέπει η τιμή του καυσίμου (λιγνίτη) να είναι σε ανταγωνιστικά επίπεδα, ενώ σήμερα το κόστος λέγεται ότι είναι διπλάσιο. Συνεπώς, το ορυχεία θα δουλεύουν με σημαντικές ζημιές και οι απολύσεις, μαζί με τη δραματική μείωση των μισθών, φαίνονται μονόδρομος. Παράλληλα, λόγω των κακών οικονομικών, η περιοχή που φιλοξενεί τα ορυχεία θα χάσει οποιαδήποτε ωφέλεια.

Η λειτουργία της λιγνιτικής ηλεκτροπαραγωγής είναι απαραίτητη για την ασφάλεια τροφοδοσίας της χώρας με ηλεκτρική ενέργεια. Συνεπώς, η Κυβέρνηση έχει δύο επιλογές:

αποδεχόμενη ότι δεν μπορεί να μειωθεί το κόστος του λιγνίτη, να προστατεύσει και να επιδοτήσει μια «κρατική» λιγνιτική ηλεκτροπαραγωγή, ή να προσπαθήσει να μειώσει το κόστος του λιγνίτη ώστε η σχετική ηλεκτροπαραγωγή να αντιμετωπίζει τον ανταγωνισμό.

Η δεύτερη επιλογή είναι προφανώς η καλύτερη αλλά μπορεί να υλοποιηθεί καλύτερα από μια ιδιωτική επιχείρηση που θα περιλαμβάνει και σταθμούς και ορυχεία. Αυτή η επιχείρηση θα είναι επίσης πιο δυναμική στην επίτευξη κάποιων απαραίτητων εξαιρέσεων σε κανονισμούς της ΕΕ (2) ώστε να τερματισθεί απρόσκοπτα η λιγνιτική εκμετάλλευση με παράδοση της επιφάνειας του εδάφους ξανά στις συνήθεις δραστηριότητες.

[ΠΗΓΗ: http://www.oryktosploutos.net/, του Δρ. Μάριου Λεονάρδου, τ. Διευθυντή Σχεδιασμού και Απόδοσης Ορυχείων / ΔΕΗ , 29/3/2017]

ΟΙ ΞΕΝΟΙ ΕΠΕΝΔΥΤΕΣ ΕΓΚΑΤΑΛΕΙΠΟΥΝ ΤΗΝ ΕΛΛΑΔΑ

17284422

Δεν είναι μόνο η οικονομική αβεβαιότητα και η ανασφάλεια που δημιουργούνται ενόψει των διαπραγματεύσεων με τους εταίρους για το αν θα καταλήξουν σε νέα συμφωνία. Είναι, κυρίως, η αίσθηση ασυνέχειας του κράτους και αναθεώρησης όλων των δεδομένων, στα οποία βασιζόταν μέχρι σήμερα το επενδυτικό ενδιαφέρον, που αλλάζει ριζικά τη στάση των επενδυτών προς την Ελλάδα. Αυτό αναφέρουν κύκλοι της αγοράς, που διαπιστώνουν ότι το παγωμένο από καιρό επενδυτικό ενδιαφέρον είναι πλέον ανύπαρκτο. Η επιφυλακτικότητα που κυριαρχούσε μέχρι πρότινος εξελίσσεται σε απόλυτη άρνηση στην υλοποίηση επενδύσεων μέχρι νεωτέρας, μέχρι οι όροι του παιχνιδιού να καθοριστούν πάλι και να αποσαφηνιστεί η στάση της νέα κυβέρνησης στα θέματα των αποκρατικοποιήσεων, το φορολογικό, τα επενδυτικά κίνητρα, σημειώνουν χαρακτηριστικά. Το κόστος αυτής της καθυστέρησης με άγνωστο αποτέλεσμα είναι μεγάλο, καθώς δεν είναι καθόλου βέβαιο ότι οι επενδύσεις που προγραμματίζονται αρχικά να γίνουν στην Ελλάδα και τελικά παγώνουν… θα ξαναγίνουν αν σταθεροποιηθεί το κλίμα. Το πιθανότερο είναι ότι οι επενδυτές, που αποθαρρύνονται σήμερα από τις αβεβαιότητες και τις αλλαγές, θα προχωρήσουν επενδύοντας σε κάποια άλλη χώρα και η Ελλάδα ίσως να τους έχασε οριστικά, αναφέρει ο Μάριος Κυριάκου, επικεφαλής της KPMG.

Κύκλοι της αγοράς επιβεβαιώνουν σε όλους τους τόνους αυτή την αλλαγή στάσης των επενδυτών. «Είχαμε κλεισμένες συμφωνία για την πώληση τριών ξενοδοχείων σε Κρήτη, Ρόδο και Αθήνα προεκλογικά, και σήμερα όλα τα σχέδια “παγώνουν”», σημειώνει γνωστός διαμεσολαβητής επενδύσεων στον τουριστικό χώρο. Το ίδιο, όμως, συμβαίνει και σε άλλους κλάδους, όπως στην Ενέργεια, όπου προετοιμαζόταν μια συμφωνία με ένα διεθνές fund για την επένδυση στην ανάπτυξη δικτύου διανομής LΝG στα νησιά. «Πλέον, δεν το συζητάνε, σκέφτονται να αναπτύξουν το δίκτυο στη Σερβία», σημειώνει εκπρόσωπός τους.

Οι παραχωρήσεις πετρελαίου: Βάσει του προγράμματος του ΣΥΡΙΖΑ, οι όποιες έρευνες για υδρογονάνθρακες θα γίνουν με βάση το μοντέλο συμβάσεων PSA (production sharing agreements). Πρόκειται για το μοντέλο που ακολουθείται σε χώρες όπως η Γκάνα, η Νιγηρία, η Βενεζουέλα, αλλά και σε χώρες της Ασίας, σύμφωνα με το οποίο το κράτος συμμετέχει με μια δική του εταιρεία στις κοινοπραξίες που ερευνούν και εκμεταλλεύονται τα κοιτάσματα. Αντίθετα, το μοντέλο που μέχρι σήμερα ακολουθούσε η Ελλάδα και το οποίο θέλει να αλλάξει η κυβέρνηση είναι αυτό που εφαρμόζεται σε πιο προηγμένες δυτικές χώρες και αγορές, όπου τα κοιτάσματα παραχωρούνται για έρευνα και εκμετάλλευση σε κοινοπραξίες έναντι ενοικίου (royalties), με το κράτος να εισπράττει ένα σταθερό έσοδο (και τη φορολογία) επί του τζίρου. Μια τόσο μεγάλη αλλαγή είναι φυσικό να αποτελεί από μόνη της αρκετό λόγο για την αλλαγή στάσης των ξένων επενδυτών, πέρα από τις άλλες αβεβαιότητες για την οικονομία και τη συμφωνία στο Eurogroup. Έτσι, δεν πρέπει να εξέπληξε πολλούς η απόσυρση του ενδιαφέροντος της Enel, αλλά και ακόμη τριών μεγάλων διεθνών εταιρειών οι οποίες είχαν εξετάσει το ενδεχόμενο συμμετοχής τους στον ελληνικό διαγωνισμό για τους υδρογονάνθρακες στη δυτική Ελλάδα , της Shell, της γαλλικής Total και της ισπανική5 Repsol. Η ιταλική Enel ήταν η τελευταία διεθνής εταιρεία στην οποία προσέβλεπε η ελληνική πλευρά, προκειμένου να εμφανίσει έναν διεθνή παίκτη στον διαγωνισμό για τα κοιτάσματα στη Δ. Ελλάδα. Μάλιστα, η Enel αποσύρθηκε, παρά το γεγονός ότι ο διαγωνισμός ξεκίνησε με πρωτοβουλία της συγκεκριμένης εταιρείας, που εκδήλωσε ενδιαφέρον για τις τρεις περιοχές (σύμφωνα με τη νομοθεσία, αν εκδηλωθεί ενδιαφέρον για έρευνα σε συγκεκριμένη περιοχή, τότε προκηρύσσεται διαγωνισμός για την πρόσκληση και άλλων ενδιαφερομένων). Σύμφωνα με πληροφορίες, η Enel επρόκειτο να συμμετάσχει στον διαγωνισμό σε κοινοπραξία με τα ΕΛΠΕ, ενώ για την απόσυρση του ενδιαφέροντός της επικαλέστηκε το ενδεχόμενο αλλαγής της φορολογίας. Η αλλαγή στάσης της νέας κυβέρνησης στο θέμα των αποκρατικοποιήσεων, εκτός από το μπλοκάρισμα που φέρνει στις επενδύσει που προγραμματίζονταν (Ελληνικό, Σκουριές, αεροδρόμια), στέλνει ένα μήνυμα φόβου σε όλους τους εν δυνάμει μελλοντικούς επενδυτές. Όπως αναφέρει η Lamda Development, «οι δηλώσει του κ. υπουργού (η αναφορά σε “σκανδαλώδη εξαγορά”) στέλνουν ένα αποθαρρυντικό μήνυμα προς τους μακροπρόθεσμους ιδιώτες διεθνείς επενδυτές, που τόσο χρειάζεται η χώρα μας». Οι επιπτώσεις της παύσης επενδύσεων που έχουν δρομολογηθεί και της αποθάρρυνσης άλλων στην οικονομία είναι σαφείς, όπως και η απώλεια θέσεων εργασίας που προκαλούν. Χαρακτηριστικό παράδειγμα οι Σκουριές, όπου 1.986 άμεσα εργαζόμενοι κινδυνεύουν να βρεθούν στον δρόμο, αν σταματήσουν οι εργασίες στα μεταλλεία χρυσού. Το ορυχείο, ταυτόχρονα, συντηρεί πάνω από 3.000 εργαζομένους έμμεσα, από υπηρεσίες, οπό εργολαβίες από καταστήματα τα οποία λειτουργούν λόγω της ύπαρξης των εργαζομένων στα μεταλλεία.

ΠΗΓΗ: ΤΟ ΠΑΡΑΣΚΗΝΙΟ, 14/02/2015