ΤΙ ΣΗΜΑΙΝΕΙ Η ΕΠΙΣΤΡΟΦΗ ΣΤΙΣ ΑΓΟΡΕΣ…

Η Ελλάδα το 2010 ετέθη εκτός αγορών και προκειμένου να μην κηρύξει άτακτη στάση πληρωμών, το χρέος της σταδιακά πέρασε στα χέρια “θεσμών” όπως ο ESM, η ΕΚΤ κλπ. Το 2014 λίγο πριν την ολοκλήρωση του 2ου μνημονίου η Ελλάδα βγήκε στις αγορές.

Το ίδιο ετοιμάζεται να κάνει και το 2018 λίγο πριν την ολοκλήρωση του 3ου μνημονίου. Όπως είναι φυσικό στην κυβέρνηση προσπαθούν να επωφεληθούν πολιτικά από την εξέλιξη αυτή.

Το ίδιο άλλωστε είχε επιχειρήσει και η προηγούμενη κυβέρνηση το 2014. Το 2018 οι συνθήκες είναι ακόμη πιο ευνοϊκές από το 2014, καθώς τα επιτόκια των ευρωπαϊκών ομολόγων κινούνται εγγύτερα του μηδενός λόγω του προγράμματος ποσοτικής χαλάρωσης.

Το 2014 το επιτόκιο του γερμανικού 10ετούς ομολόγου ήταν στο 1,5% και στις αρχές του 2018 βρίσκεται κάτω από 0,50%. Αυτός είναι ο βασικός λόγος που τα επιτόκια των ελληνικών 10ετών ομολόγων αυτήν την περίοδο βρίσκονται κάτω από το 4%, ενώ το 2015 ήταν κάτω από το 5%.

Κατά τη γενική έννοια η έξοδος της χώρας είναι μια θετική εξέλιξη καθώς υποδηλώνει πως οι αγορές εμπιστεύονται τη χώρα σαν αξιόχρεη.

Επί του πρακτέου έξοδος στις αγορές το 2018 σημαίνει πως χρέος που έχουμε λάβει από τους δανειστές με επιτόκιο κάτω από 1% θα αρχίσει να αντικαθίσταται σταδιακά με χρέος από τις αγορές με επιτόκιο με επίπεδο αναφοράς περί το 3,5-4% με βάση το επιτόκιο του 10ετούς αυτήν την περίοδο.

Πρακτικά μιλάμε για σταδιακό υπετριπλασιασμό του μέσου επιτοκίου του ελληνικού χρέους.

Στα θετικά αυτής της εξέλιξης θεωρητικά είναι η χαλάρωση των όρων του μνημονίου.

Η αλήθεια είναι όμως πως οι όροι των μνημονίων τα τελευταία χρόνια δεν διαμορφώνονταν με αυστηρά οικονομικά κριτήρια σε σχέση με τα δημοσιονομικά μεγέθη και την ανταγωνιστικότητα της ελληνικής οικονομίας.

Οι όροι του μνημονίου και ιδιαίτερα του 3ου περιελάμβαναν και πολλά πολιτικά κριτήρια, καθώς ΗΠΑ, ΔΝΤ και Ευρωπαίοι δανειστές δεν επιθυμούσαν την πολιτική και κοινωνική ένταση στην Ελλάδα λόγω της ανόδου του Ευρωσκεπτικισμού στην Ε.Ε., τη γεωπολιτική ένταση στην ευρύτερη περιοχή, την προσφυγική κρίση κλπ.

Επιπλέον οι δανειστές φρόντισαν να “χαϊδεύουν” υπέρ το δέον την κυβέρνηση του κ. Τσίπρα, επιτρέποντάς της να μην προχωρά την ουσιαστική μεταρρύθμιση των παθογενειών που οδήγησαν στη χρεοκοπία του 2010.

Ουσιαστικά η χώρα ολοκληρώνει το τρίτο μνημόνιο και έχει αποδεχτεί και μέτρα που ισοδυναμούν με ένα τέταρτο, χωρίς να έχει αλλάξει τις βασικές δομές του κράτους και της οικονομίας που αφορούν την ανταπόδοση και την ανταγωνιστικότητα.

Οι αγορές όμως σε αντίθεση με τις πολιτικές σκοπιμότητες της κας Μέρκελ, του κ. Μακρόν ή του προέδρου Τραμπ δεν καταλαβαίνουν από πολιτικές σκοπιμότητες. Κινούνται με σκοπό το κέρδος και μοναδικό κριτήριο είναι το ισοζύγιο μεταξύ ρίσκου και απόδοσης.

Οι αγορές υποδέχονται αυτήν την περίοδο πανηγυρίζοντας την Ελλάδα γιατί προσφέρει επιτόκια περί το 4% όταν στην Ευρώπη τα αντίστοιχα επιτόκια που μπορούν να βρουν είναι μεταξύ συν 0,5% και μείον…

Οι αγορές όμως θα αποδειχτούν πολύ αυστηρότεροι κριτές από το ΔΝΤ και την ΕΚΤ σε σχέση με την απροθυμία της κυβέρνησης να ολοκληρώσει τις μεταρρυθμίσεις. Η αυστηρότητα αυτή θα αυξηθεί κατακόρυφα αν στις διεθνείς αγορές το τέλος των προγραμμάτων ποσοτικής χαλάρωσης οδηγήσει τα ευρωπαϊκά και αμερικανικά επιτόκια υψηλότερα.

Όταν συμβεί αυτό, είτε θα πρέπει να γίνουν όσα δεν έγιναν επί 8 χρόνια, είτε θα πρέπει να συζητήσουμε με τους δανειστές για ένα νέο πρόγραμμα επίσημα πλέον πέραν του ανεπίσημου τέταρτου μνημονίου του μοναδικού που έγινε χωρίς χρηματοδοτικό πακέτο…

Το αν θα τεθεί εκ νέου το ζήτημα του Grexit πάνω στο τραπέζι θα εξαρτηθεί από τις εξελίξεις και τους πολιτικούς συσχετισμούς που θα έχουν διαμορφωθεί στην Ευρώπη… Υπό αυτήν την έννοια ο σχηματισμός ή όχι κυβέρνησης στη Γερμανία, η αποδοχή των προτάσεων Μακρόν για αναδιάρθρωση της Ευρωζώνης, το εκλογικό αποτέλεσμα στην Ιταλία αποκτούν ιδιαίτερη σημασία για την Ελλάδα.

 

[ΠΗΓΗ: http://www.capital.gr/ , του Κώστα Στούπα, 9/1/2018]