ΟΙ ΑΛΗΘΕΙΕΣ ΚΑΙ ΤΑ ΨΕΜΑΤΑ ΓΙΑ ΤΗΝ ΠΟΡΕΙΑ ΤΗΣ ΟΙΚΟΝΟΜΙΑΣ

Εις πείσμα των όσων ισχυρίζονται δημοσίως οι κυβερνώντες, ένα σατιρικό σκίτσο του γνωστού σκιτσογράφου ΑΡΚΑ, ανεδείκνυε με κωμικοτραγικό τρόπο την σκληρή πραγματικότητα στην οικονομία. Είναι δύο άνθρωποι, που συζητούν μεταξύ τους: «Τι δουλειά κάνεις»; ρωτάει ο ένας τον άλλον. «Εργάζομαι για το Δημόσιο», απαντά εκείνος. «Α, μάλιστα, δηλαδή είσαι δημόσιος υπάλληλος», επιμένει ο συνομιλητής του. «Όχι βέβαια, που τέτοια τύχη. Επιχειρηματίας είμαι». Τραγική ειρωνεία. Αλλά αυτή είναι η πραγματικότητα σήμερα στην οικονομία και την κοινωνία…

Τελικά πόσο καλά πάει η ελληνική οικονομία; Αυτό προσπαθούν να μας πείσουν στα λόγια ο πρωθυπουργός Αλέξης Τσίπρας κι οι σύντροφοι του στην κυβέρνηση των ΣΥΡΙΖΑΝΕΛ. Ότι δήθεν μπήκαμε στην πορεία να βγούμε από τα Μνημόνια και να επανέλθουμε στην κανονικότητα. Αυτό επίσης προσπαθούν να μας πείσουν κι οι εταίροι και δανειστές μας, που σε κάθε ευκαιρία, από τον Γιούνκερ μέχρι τον Σόϊμπλε και τον Ντάϊσελμπλουμ, πλέκουν το εγκώμιο της Ελλάδας ότι ξεπέρασε τον σκόπελο και βγαίνει και πάλι στον αφρό. Είναι όμως έτσι τα πράγματα; Ασφαλώς κι όχι. Και σε αυτό δεν χρειάζεται να ρωτήσουμε τους ειδικούς. Ο κάθε Έλληνας γνωρίζει πολύ καλά ότι τα πράγματα είναι δύσκολα. Τα ζει καθημερινά στο πετσί του. Κυρίως αυτός που υποφέρει είναι αυτός που συμμετέχει στην πραγματική οικονομία, ο ελεύθερος επιχειρηματίας κι ο μικρομεσαίος επιχειρηματίας, που έχει λυγίσει υπό το βάρος της υπερφορολόγησης και της ασφυκτικής γραφειοκρατίας.

Η πραγματικότητα αναδεικνύει την άσχημη κατάσταση της οικονομίας. Υπάρχουν τρεις παράγοντες, που το επιβεβαιώνουν:

1 . Παρά τις πολύ θετικές εισροές από τον τουρισμό, που ξεπέρασαν κάθε προσδοκία, η ανάπτυξη και το τρίτο τρίμηνο του 2017 δείχνει να είναι εξαιρετικά αναιμική. Οι εκτιμήσεις πλέον συνηγορούν ότι ο στόχος, που έχει τεθεί από την Κομισιόν για ρυθμό ανάπτυξης 1,6% για το τρέχον έτος (έναντι 2,7% αρχικά του προϋπολογισμού και στην συνέχεια για άνω του 2%), είναι ίσως ανέφικτος. Και θα είμαστε τυχεροί αν φτάσουμε στο 1,4% .

  1. Παρά το γεγονός ότι η β’ αξιολόγηση έκλεισε, κι η γ’ αξιολόγηση εκτιμάται ότι θα κλείσει σχετικά ομαλά στις αρχές του νέου έτους το αργότερο, οι επενδυτές όχι μόνο δεν δείχνουν καμιά διάθεση να επιστρέφουν και να ρίξουν τα χρήματα τους στην Ελλάδα, αλλά ακόμα κι οι εμβληματικές επενδύσεις, που είχαν εξαγγελθεί, όπως του Ελληνικού και του Χρυσού στις Σκουριές, μάλλον τα πακετάρουν για να φύγουν από την χώρα μας. Ήδη οι περισσότερες εταιρίες, που δραστηριοποιούνε στην Ελλάδα έχουν μεταφέρει την έδρα τους σε κάποια άλλη χώρα των Βαλκανίων, κυρίως στη Ρουμανία η την Κύπρο.
  2. Οι τράπεζες, παρά τα όσα προσπαθούν να μας πείσουν οι κυβερνώντες, συνεχίζουν να δέχονται ασφυκτικές πιέσεις στο χρηματιστήριο μέσα σε ένα άκρως αρνητικό περιβάλλον ενόψει των δύσκολων stress tests, που έχουν προαναγγελθεί από την Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα για το α’ τρίμηνο του νέου έτους.

Μέσα σε ένα περιβάλλον ισοπέδωσης και φτωχοποίησης της κοινωνίας, όπου οι υπουργοί της κυβέρνησης περηφανεύονται ότι κατέστρεψαν μεθοδικά την μεσαία τάξη κι ότι πλέον σε αυτή ανήκουν όσοι έχουν εισόδημα 7500 ευρώ ετησίως, δηλαδή 600 ευρώ μηνιαίως, ακραίας φορολόγησης, κατασχέσεων, απειλών από την φορολογική διοίκηση και τρομακτικής γραφειοκρατίας, είναι προφανές ότι ανάπτυξη, πραγματική, σταθερή και βιώσιμη, δεν μπορεί να υπάρξει. Δεν υπήρξε ποτέ. Δεν θα υπάρξει και τώρα, στην Ελλάδα του 2017.

Τότε γιατί οι κυβερνώντες επιμένουν κι οι δανειστές τους σιγοντάρουν. Η εξήγηση είναι απλή και ταυτόχρονα ωμή. Ο κ. Τσίπρας κι οι σύντροφοι του το κάνουν για να υπηρετήσουν το αφήγημα τους ότι δήθεν τον προσεχή Αύγουστο θα μας βγάλουν από τα μνημόνια, προκειμένου να οδηγηθούμε Σεπτέμβριο- Οκτώβριο σε εκλογές με όσο το δυνατόν καλύτερη εμφάνιση του ΣΥΡΙΖΑ στις κάλπες και με στόχο να εμποδίσουν τον Κυριάκο και τη ΝΔ να αποκτήσουν κοινοβουλευτική αυτοδυναμία.

Οι δανειστές σιγοντάρουν τους κυβερνητικούς ισχυρισμούς διότι θέλουν πια να τελειώνουν με την Ελλάδα. Ας μην ξεχνάμε ότι το ελληνικό πρόβλημα, η ελληνική τραγωδία, όπως την αποκαλούν στην Ευρώπη, έχει κουράσει τις ευρωπαϊκές κοινωνίες αλλά έχει φθείρει και τις ευρωπαϊκές κυβερνήσεις. Ένας από τους σοβαρότερους λόγους, που η Ανγκελα Μέρκελ δεν τα πήγε τόσο καλά στις γερμανικές εκλογές, είναι ότι η γερμανική κοινωνία της καταμαρτυράει αδυναμίες στον χειρισμό του ελληνικού ζητήματος. Κι είναι βέβαιον ότι νέα δανειακή σύμβαση για την Ελλάδα δεν περνάει ούτε από το γερμανικό ούτε από άλλο ευρωπαϊκό κοινοβούλιο. Αρα, οι ευρωπαίοι δανειστές μας προσπαθούν πρωτίστως να πείσουν και τους λαούς τους ότι τελειώνουν με το ελληνικό πρόβλημα αλλά και τις αγορές ότι τα πράγματα βελτιώνονται, ούτως ώστε να καταστεί δυνατή η χρηματοδότηση της ελληνικής οικονομίας σχετικά ομαλά από τις αγορές για να μην χρειασθεί νέο μνημόνιο

Αυτή είναι η σκληρή πραγματικότητα, που δυστυχώς μπορεί να διαστρεβλώνεται από την κυβέρνηση και τους δανειστές, αλλά δεν μπορεί να κρυφτεί από την ελληνική κοινωνία, που υποφέρει και θα συνεχίσει να υποφέρει στο προσεχές μέλλον.

 

[ΠΗΓΗ: ΕΥΡΩΟΙΚΟΝΟΜΙΑ, τουΓιάννη Λοβέρδου, 28/11/2017]