ΚΙΝΔΥΝΟΣ «ΝΑΥΑΓΙΟΥ» ΣΤΟ ΕΛΛΗΝΙΚΟ

Μπορεί ο πρωθυπουργός Αλέξης Τσίπρας να προσκαλεί ξένους επιχειρηματίες να επενδύσουν στην Ελλάδα και ο Γάλλος πρόεδρος Εμανουέλ Μακράν να καταφθάνει με ένα αεροπλάνο γεμάτο με δυνητικούς επενδυτές στην Αθήνα, ωστόσο όσοι έχουν ήδη επιλέξει να τοποθετήσουν χρήματα στη χώρα μας γνωρίζουν ότι τα λόγια απέχουν παρασάγγης από τις πράξεις. Αρκετοί από τους επενδυτές που έφερε ο Γάλλος πρόεδρος έχουν βρεθεί αντιμέτωποι με τον κυκεώνα της γραφειοκρατίας, της διοικητικής αναποτελεσματικότητας, των ιδεοληπτικών εμμονών και των αντιδράσεων από μικρά ή μεγάλα συμφέροντα.

Η αξιοποίηση της Κασσιόπης στην Κέρκυρα, της Αφάντου στη Ρόδο, η εγκατάσταση ανεμογεννητριών σε διάφορα σημεία της χώρας και η υπόθεση της «Ελληνικός Χρυσός» είναι μερικά μόνον από τα παραδείγματα εκείνα που επιβεβαιώνουν αυτές τις αντινομίες μεταξύ πολιτικών λόγων και έργων στη χώρα μας. Η αξιοποίηση όμως της έκτασης του πρώην αεροδρομίου στο Ελληνικό είναι η πιο εξόφθαλμη περίπτωση του «άλλα λέμε και άλλα κάνουμε», αφού, λίγες μόνον ημέρες μετά την υπογραφή του μνημονίου συναντίληψης και συνεργασίας από το υπουργείο Πολιτισμού και την εταιρεία Ελληνικόν Α.Ε., η κυβέρνηση υπαναχωρεί.

Στο μνημόνιο ορίζεται τι θα πρέπει να γίνει αν υπάρξουν αρχαιολογικά ευρήματα στην έκταση του μητροπολιτικού κέντρου στο Ελληνικό. Τη συμφωνία αυτή, με βάση όσα διαδραματίσθηκαν την τελευταία εβδομάδα, ένα όργανο της πολιτείας θέλει να την ανατρέψει. Αυτό τουλάχιστον προτείνουν τα μέλη του Κεντρικού Αρχαιολογικού Συμβουλίου (ΚΑΣ), καθένα από τα οποία θέλει μικρότερο ή μεγαλύτερο μέρος τής προς αξιοποίηση έκτασης του Ελληνικού να κηρυχθεί αρχαιολογικός χώρος.

Αξιοσημείωτο είναι ότι υπέρ αυτής της ιδέας είναι και η επικεφαλής του ΚΑΣ, που είναι από τους βασικούς πολέμιους της επένδυσης στο Ελληνικό. Επικεφαλής του ΚΑΣ, ex officio, είναι ο εκάστοτε γ.γ. του υπουργείου Πολιτισμού, ο οποίος αποτελεί ουσιαστικά μέλος της κυβέρνησης.

Όμως τι σημαίνει η κήρυξη του Ελληνικού ή οποιουδήποτε άλλου ακινήτου ως αρχαιολογικού χώρου; Στην πράξη, ανυπαρξία χρονοδιαγραμμάτων και γραφειοκρατικά κωλύματα. «Είναι σαν να παίρνεις άδεια ανέγερσης ουρανοξύστη και στη συνέχεια να πρέπει να ζητάς ξεχωριστή άδεια για κάθε ένα δωμάτιο», παραδέχεται παράγοντας κοντά στην αποκρατικοποίηση. «Η επένδυση», προσθέτει, «τίθεται στο έλεος ράθυμων δημόσιων υπηρεσιών και διαθέσεων ιδεοληπτικών δημοσίων υπαλλήλων».

Το μνημόνιο που υπογράφηκε στο τέλος του περασμένου μήνα έχει εγκριθεί από την κυβέρνηση (Κυβερνητικό Συμβούλιο Οικονομικής Πολιτικής) από τον περασμένο Ιούνιο. Προβλέπει δε πως οποιοσδήποτε εμπλακεί στην έκταση του παλαιού αεροδρομίου, καθ’ οιονδήποτε τρόπο, δεσμεύεται από τους όρους του μνημονίου. Στην περίπτωση που διαπιστώνεται η ύπαρξη αρχαιοτήτων, η εκσκαφή με μηχανικά μέσα διακόπτεται και ακολουθεί ανασκαφική έρευνα, με τη συνδρομή του υπουργείου Πολιτισμού. Αξιοσημείωτο είναι ακόμη ότι προβλέπεται πως η όποια δαπάνη σχετίζεται με ανάσυρση στο φως οποιωνδήποτε αρχαιοτήτων, π.χ. από την αμοιβή των αρχαιολόγων και των εργατών που θα δουλέψουν στην ανασκαφή έως τη συντήρηση και την ανάδειξη τυχόν ευρημάτων, θα βαρύνει τον επενδυτή. Αυτό συμβαίνει παρόλο που η συγκεκριμένη συμφωνία και η προσθήκη στη συμφωνία δεν προκλήθηκαν από αυτόν που επιβαρύνεται, αλλά από αυτόν που τις προκάλεσε.

Τα παραπάνω, που συνομολογήθηκαν μεταξύ του υπουργείου Πολιτισμού και του επενδυτή, σύμφωνα με παράγοντες κοντά στην αποκρατικοποίηση, διασφαλίζουν την όποια πολιτιστική κληρονομιά περιέχεται στο ακίνητο. Παράλληλα, δεν αφήνουν έρμαιο την επένδυση στη γραφειοκρατική διαδικασία του ελληνικού κράτους.

Τι μεσολάβησε όμως στις δύο εβδομάδες από την υπογραφή του μνημονίου; Οι θιασώτες της μετατροπής ολόκληρης της έκτασης του πρώην αεροδρομίου σε ένα φαραωνικών διαστάσεων μητροπολιτικό πάρκο, που το ελληνικό Δημόσιο δεν θα μπορεί να συντηρήσει -το πολύ μικρότερο πάρκο Τρίτση ή το ακόμη μικρότερο Πεδίον του Άρεως είναι οι μεγαλύτερες αποδείξεις-, εξακολουθούν να έχουν επιρροή στην κυβέρνηση και στον ΣΥΡΙΖΑ, διολισθαίνοντας από το μνημόνιο συνεργασίας στην κήρυξη ενός μεγάλου τμήματος της έκτασης σε αρχαιολογική ζώνη. Έτσι, όμως, η προσπάθεια αξιοποίησης θα ματαιωθεί, γιατί κανένας επενδυτής, ειδικά οι ξένοι που συμμετέχουν στο σχήμα, δεν θα δεχθεί να τοποθετήσει 8 δισ. ευρώ υπό αυτούς τους όρους. Και δικαίως…

Ενδεχομένως όμως, αυτός ίσως να είναι ο στόχος όσων επιδιώκουν να χαρακτηριστεί αρχαιολογική ζώνη το Ελληνικό. Συνεπώς, η κυβέρνηση έχει να επιλέξει μεταξύ του να επιτρέψει να υλοποιηθεί μια από τις μεγαλύτερες επενδύσεις που έγιναν ποτέ στη χώρα μας, η οποία θα δημιουργήσει άμεσα 10.000 θέσεις εργασίας και άλλες 70.000 στη συνέχεια, και του να ικανοποιήσει μια ομάδα, μερικών δεκάδων ατόμων, πολιτικά και ιδεολογικά συγγενών της.

 

[ΠΗΓΗ: Η ΚΑΘΗΜΕΡΙΝΗ, του Βαγγέλη Μανδραβέλη, 9/92017]