Η ΚΟΙΝΩΝΙΚΗ ΑΝΑΛΥΣΗ ΚΟΣΤΟΥΣ- ΟΦΕΛΟΥΣ, ΑΠΕΝΑΝΤΙ ΣΤΙΣ ΙΔΕΟΛΗΨΙΕΣ

Μια θλιβερή πραγματικότητα της σημερινής υπερ-κομματικής, παρ’ όλ’ αυτά πολιτικοποιημένης εποχής μας είναι ότι πολλές πολιτικές προτάσεις προσδιορίζονται αμέσως ως «αριστερές» ή «δεξιές» και αναλόγως γίνονται θετικά δεκτές ή αντικείμενο χλεύης, με μικρό περιθώριο για συζήτηση όσον αφορά στην αρτιότητα ή την αποτελεσματικότητά τους. Κατ’ επέκταση ακούγεται σαν ιδεαλιστική εμμονή η πρόταση να ξεπεράσουμε αυτή τη λογική των πολιτικών διαχωρισμών και να αξιοποιήσουμε στοιχεία που θα μας βοηθήσουν να αξιολογήσουμε ποια πολιτική μπορεί να έχει τον μεγαλύτερο θετικό αντίκτυπο στην κοινωνία.

Επίσης, έχει καταγραφεί ότι στην πράξη πολιτικές επιλογές που βασίζονται σε δεδομένα, έχουν πολύ καλύτερα και πάντως εναρμονισμένα με τις πραγματικές απαιτήσεις, αποτελέσματα, σε πολλές χώρες ανά τον κόσμο.

Χαρακτηριστικά είναι τα παραδείγματα του Μπαγκλαντές αλλά και της Αϊτής. Στο Μπαγκλαντές, αναζητούν μέτρα που ανεξάρτητοι οικονομολόγοι έκριναν ως αναγκαία για να ενισχυθεί η ευημερία της χώρας ενώ αντιστοίχως και στην Αϊτή, ντόπιοι και ξένοι εμπειρογνώμονες εξετάζουν εξίσου δεκάδες πολιτικές ιδέες για τον ίδιο ακριβώς σκοπό.

Και στις δυο χώρες η καθιερωμένη μεθοδολογία που βασίζεται στην ανάλυση κόστους- οφέλους εφαρμόζεται με ποικίλες παρεμβάσεις και μέτρα για την καταπολέμηση της φτώχειας και την αντιμετώπιση των υψηλών γεωργικών δασμών και της παιδικής θνησιμότητας, τη μεταρρύθμιση στον τομέα της παροχής νομικής βοήθειας, την εξεύρεση λύσεων για την ηλεκτρονική διακυβέρνηση αλλά και την αναδόμηση των ενόπλων δυνάμεων.

Ωστόσο η ανάλυση κόστους- οφέλους έχει δεχθεί πυρά χαρακτηριζόμενη από ψυχρή έως και σκληρή. Γι αυτό κι εδώ πρέπει να δοθούν κάποιες διευκρινίσεις.

Η ιδιωτικο- οικονομική αξιολόγηση μιας επένδυσης στηρίζεται στην εκτίμηση του κόστους και των ωφελειών από την ανάληψη ενός επενδυτικού προγράμματος με βάση ιδιωτικά κριτήρια, δηλαδή το ιδιωτικό χρηματικό κέρδος σε σύγκριση με το ιδιωτικό κόστος. Αδιάφορες θεωρούνται για τον ιδιώτη οι επιπτώσεις στο σύνολο της κοινωνίας ή τυχόν εξωτερικές οικονομίες τόσο στο παρόν όσο και στο μέλλον. Η επιλογή για ανάληψη της επένδυσης γίνεται βάσει αμιγώς ιδιωτικο-οικονομικών κριτηρίων.

Αντίθετα, η μέθοδος της Κοινωνικής Ανάλυσης Κόστους – Οφέλους, γνωστή και ως Social Cost Benefit Analysis ή απλά Cost BenefitAnalysis, αποτελεί μέθοδο αξιολόγησης επενδυτικών σχεδίων και των επιπτώσεων μέτρων πολιτικής σε όρους οικονομικής και κοινωνικής ευημερίας. Πρόκειται, επομένως, για μια κοινωνικο-οικονομική προσέγγιση στην αξιολόγηση των επενδύσεων, με την έννοια ότι αποτιμώνται τα οφέλη και εκτιμούνται τα κόστη των υπό αξιολόγηση έργων με βάση τις γενικότερες οικονομικές και κοινωνικές διαστάσεις τους. Η μέθοδος αυτή χρησιμοποιείται ευρύτατα από τους διεθνείς οργανισμούς και πολλές κυβερνήσεις, για την αξιολόγηση δημοσίων έργων και πολιτικών που αποσκοπούν στην επιτάχυνση της οικονομικής ανάπτυξης και την αύξηση της κοινωνικής ευημερίας.

Πέρα από την Αϊτή και το Μπαγκλαντές, οι απαντήσεις στο ερώτημα «πώς μπορεί να επιτευχθεί η εξασφάλιση κατά το δυνατόν περισσότερων πόρων» ή σε άλλες περιπτώσεις «πώς μπορεί να επιλεγούν οι πολιτικές εκείνες που θα οδηγήσουν στην εφαρμογή μέτρων για κοινωνική ευημερία», δεν μπορεί προφανώς να ευχαριστήσουν και τις δυο πλευρές του πολιτικού χάσματος. Ωστόσο, μέσα από την αμερόληπτη ανάλυση κόστους-οφέλους μπορεί να επικρατήσει η λογική πολιτικών που θα εξασφαλίσουν συναίνεση κι ακόμη κι αν δε γεφυρώσουν το χάσμα, θα φέρουν τα επιθυμητά αποτελέσματα.

[ΠΗΓΗ: http://www.politically.gr, της Κατερίνας Παναγιώτου, 9/4/2017]