ΛΟΥΚΕΤΟ ΓΙΑ ΤΗΝ ΜΕΤΑΛΛΟΥΡΓΙΑ ΠΟΥ “ΕΚΟΒΕ” ΤΑ ΚΕΡΜΑΤΑ ΤΟΥ ΕΥΡΩ

Έναν ακόμη κρίκο στη μακρά αλυσίδα αποβιομηχάνισης της χώρας, αποτέλεσμα της, για δεκαετίες, αδυναμίας της χώρας να προφυλάξει το παραγωγικό δυναμικό της, προσθέτει το λουκέτο της ακριτικής “Μεταλλουργική Βιομηχανία Ηπείρου” (MBH).

Η ηπειρώτικη βιομηχανία που ιδρύθηκε το 1979, κρατικοποιήθηκε επί ΠΑΣΟΚ, πέρασε στον έλεγχο της Ελληνικά Αμυντικά Συστήματα (πρώην ΕΒΟ που συγχωνεύτηκε με την ΠΥΡΚΑΛ) αναλαμβάνοντας συμβόλαια παραγωγής για τον Ελληνικό Στρατό, κυρίως κάλυκες, εκσυγχρονίστηκε το 1998 με επενδύσεις 5 εκατ. ευρώ και ανέλαβε ένα “χρυσό” συμβόλαιο προμήθειας των δισκίων χαλκονικέλιου, από τα οποία το Νομισματοκοπείο παρήγαγε τα εγχώρια κέρματα του ευρώ μετά την ένταξη της χώρας στην ΟΝΕ, δεν κατάφερε να ανταπεξέλθει των οικονομικών προβλημάτων που αντιμετώπιζε τα τελευταία χρόνια.

Αν και είχε σταθερά πελάτες την ΤτΕ και την ΕΑΣ, τα οικονομικά προβλήματα που αντιμετώπιζε, ήδη έντονα από το 2013, επιδεινώθηκαν στο διάστημα που ακολούθησε. Έχοντας, στο μεταξύ, περάσει στον έλεγχο της “Ελληνικά Συστήματα Παραγωγής Πολιτικών Προϊόντων” (είναι ο μοναδικός της μέτοχος), προ διετίας εκδηλώθηκε ενδιαφέρον από τη ΧΑΛΚΟΡ του ομίλου Στασινόπουλου (σ.σ. ο όμιλος Βιοχάλκο είχε βρεθεί κοντά στην απόκτηση της ΜΒΗ και στις αρχές της δεκαετίας του 90) που, όμως, δεν ευοδώθηκε. Η μεταλλουργική εταιρεία βρέθηκε μπροστά σε αδιέξοδο, με τεράστιο πρόβλημα ρευστότητας και μεγάλες υποχρεώσεις, ενώ η προ ετών έκρηξη των τιμών των μεταλλευμάτων αποδείχθηκε δυσβάστακτη.

Μετά το σχηματισμό της κυβέρνησης ΣΥΡΙΖΑΝΕΛ, υπήρξαν διαβεβαιώσεις  ότι η βιομηχανία δεν θα κλείσει. Στη θέση του προέδρου και διευθύνοντος συμβούλου της ΜΒΗ τοποθετήθηκε στέλεχος του ΣΥΡΙΖΑ ο οποίος δεν πέτυχε να εκλεγεί βουλευτής, ενώ με τροπολογία χορηγήθηκε στην εταιρεία “ασφαλιστική και φορολογική ενημερότητα από την δημοσίευση της παρούσης και έως την 30ή Ιουνίου 2016, χωρίς παρακράτηση, κατά παρέκκλιση των ισχυουσών διατάξεων”. Παράλληλα, επιχειρήθηκε να γίνει αύξηση μετοχικού κεφαλαίου, χωρίς όμως αποτέλεσμα.

Με βάση τα τελευταία δημοσιευμένα οικονομικά αποτελέσματα (2015) είχε πωλήσεις 1,6 εκατ. ευρώ (από 8,8 εκατ. το 2009), σύνολο υποχρεώσεων 8,7 εκατ. ευρώ (με βραχυπρόθεσμες υποχρεώσεις 7,5 εκατ. ευρώ), αρνητικά ίδια κεφάλαια 1,8 εκατ. ευρώ και ζημιές μετά από φόρους 1,3 εκατ. ευρώ

Εκποίηση: Τελικώς το λουκέτο ήρθε αναπόφευκτα και η εταιρεία τέθηκε σε καθεστώς ειδικής εκκαθάρισης.  Σύμφωνα με την πρόσκληση εκδήλωσης ενδιαφέροντος που δημοσιεύτηκε (22/2/17) από τον ειδικό εκκαθαριστή (τη ΣΟΛ ΑΕ), μέσα σε 20 ημέρες από τη δημοσίευση της πρόσκλησης, οι ενδιαφερόμενοι αγοραστές μπορούν να υποβάλλουν μη δεσμευτική πρόταση για όποια από τα περιουσιακά στοιχεία της ΜΒΗ επιθυμούν.

Στο σφυρί βγαίνει το οικόπεδο της εταιρείας στο ακριτικό Κεφαλόβρυσο Ιωαννίνων, η μονάδα παραγωγής, ο μηχανολογικός εξοπλισμός, τα αποθέματα πρώτης ύλης, ακόμη και τα αυτοκίνητα και τα γραφεία της βιομηχανίας. Η εκποίηση θα γίνει με δημόσιο πλειοδοτικό διαγωνισμό, σε ημερομηνία που θα ανακοινωθεί.

Μετατάξεις: Να σημειωθεί ότι κατά την περίοδο που οριστικοποιούνταν το λουκέτο, τον Νοέμβριο του 2016, με τροπολογία η οποία κατατέθηκε από την βουλευτή ΣΥΡΙΖΑ του Νομού Άρτας και Υπουργό Διοικητικής Μεταρρύθμισης, Όλγα Γεροβασίλη, δόθηκε η δυνατότητα μετάταξης του προσωπικού (45 εργαζόμενοι) της ΜΒΗ. Συγκεκριμένα, δόθηκε το δικαίωμα της μετάταξης στο προσωπικό ιδιωτικού δικαίου αορίστου χρόνου των εταιριών “Ελληνικά Αμυντικά Συστήματα ΑΒΕΕ”, “Μεταλλουργική Βιομηχανία Ηπείρου Μονοπρόσωπη ΑΕ” και “Ελληνική Βιομηχανία Οχημάτων ΑΒΕ”, σε άλλες υπηρεσίες του Δημοσίου ή σε ΟΤΑ.

Κρατικοποίηση: Η Μεταλλουργική Βιομηχανία Ηπείρου ιδρύθηκε το 1979, το 1983 όμως κρατικοποιήθηκε, περνώντας στον έλεγχο της ΕΒΟ. Συνέχισε την παραγωγή εξοπλιστικών προϊόντων (κυαθίων για κάλυκες και βολίδες), όμως η φθίνουσα πορεία της εγχώριας αμυντικής βιομηχανίας συμπαρέσυρε και την ίδια.

Για ένα διάστημα, σωτήριο για τη ΜΒΗ ήταν το συμβόλαιο για την προμήθειας δισκίων χαλκονικέλιου από τα οποία το Νομισματοκοπείο παρήγαγε τα εγχώρια κέρματα του κοινού νομίσματος. Η παραγγελία αρχικά ήταν μεγάλη, πάνω από 700 εκατομμύρια τεμάχια, λόγω των αναγκών αντικατάστασης της δραχμής με το κοινό ευρωπαϊκό νόμισμα. Μετά την κυκλοφορία του ευρώ, οι παραγγελίες προς την ΜΒΗ μειώθηκαν σε 100 εκατομμύρια κατά μέσο όρο ετησίως και εν τέλει περιορίστηκαν μόλις στα 20-30 εκατομμύρια τεμάχια τον χρόνο.

Στο σημείο αυτό να σημειωθεί πως η ΕΚΤ σε συνεργασία με τις Κεντρικές Τράπεζες των χωρών της Ευρωζώνης, είναι υπεύθυνες για την εκτύπωση χαρτονομισμάτων, ενώ οι  εθνικές αρχές είναι υπεύθυνες για τα κέρματα, η παραγωγή των οποίων ονομάζεται “κοπή”. Η ΕΚΤ εγκρίνει τις ποσότητες των κερμάτων που μπορεί να εκδώσει κάθε χώρα για να ικανοποιήσει τις ανάγκες της και αποτελεί ευθύνη κάθε χώρας να εκδίδει τα δικά της κέρματα με τις εθνικές γραφικές παραστάσεις στη μία όψη.

Αυτή, λοιπόν, τη παραγωγή είχε αναλάβει επί σειρά ετών η Μεταλλουργική Βιομηχανία Ηπείρου, έχοντας συνολικά παράξει το 65% περίπου των μεταλλικών δίσκων κερμάτων του 1, 2, 5, 10, 20, 50 λεπτών ευρώ και το 100% των πυρήνων και δακτυλίων για τα κέρματα 1 και 2 ευρώ, από τις αρχικές ποσότητας που απαιτήθηκαν από την ΤτΕ.  Ακόμη, όμως, και με απευθείας, ουσιαστικά, αναθέσεις, η ακριτική βιομηχανία δεν μπόρεσε να σωθεί, επιβεβαιώνοντας για άλλη μια φορά την ανύπαρκτη σχέση του ελληνικού κράτους με την υγιή επιχειρηματικότητα.

 

[ΠΗΓΗ: http://www.capital.gr/, του Νίκου Χρυσικόπουλου, 28/02/2017]