ΤΟ ΡΙΣΚΟ ΤΗΣ ΚΑΤΑΡΓΗΣΗΣ ΤΩΝ ΤΕΧΝΙΚΩΝ ΜΕΛΕΤΩΝ ΕΚΜΕΤΑΛΛΕΥΣΗΣ ΟΠΥ

f-h-l-_i-_kiriakdis_group-tunnel_excavationΈγινε κι αυτό… Για πρώτη φορά το antigold.org συμφωνεί και αναδημοσιεύει ένα άρθρο στο οποίο συμφωνούμε κι εμείς, σχετικά με την πιθανότητα κατάργησης των τεχνικών μελετών εκμετάλλευσης που φέρνει το νομοσχέδιο για την αδειοδότηση των επιχειρήσεων, σε αντικατάσταση του Ν. 4262/2014, από τον Πέτρο Τζεφέρη και το μπλογκ oryktosploutos.net!!! Διαβάστε το άρθρο, (διότι σπάνια συμβαίνει τέτοια σύμπτωση απόψεων…).

Είναι γνωστός ο προβληματισμός σχετικά με τον περιορισμό των διοικητικών εγκρίσεων εντός του πλαισίου απλοποίησης της αδειοδοτικής διαδικασίας, ο οποίος έχει τεθεί για όλες τις δραστηριότητες και προφανώς και για την εξορυκτική.  Ενα από τα ερωτήματα που τίθενται αφορά τις τεχνικές μελέτες εκμετάλλευσης λατομείων :  “Αν και σε τι ακριβώς χρειάζονται οι εγκρίσεις των τεχνικών μελετών εκμεταλλεύσεως δηλ. των μελετών των άρθρων 4, 101 & 102 του ΚΜΛΕ που υποβάλλονται και εγκρίνονται από την αρμόδια υπηρεσία του ΥΠΕΝ;”. Το ερώτημα εξειδικεύεται περαιτέρω: «σε τί χρειάζονται εγκρίσεις για μελέτες που ασχολούνται κυρίως με τα θέματα ασφαλείας, κάτι που στις περισσότερες αδειοδοτικές διαδικασίες έχει αντικατασταθεί με απλή γνωστοποίηση ή δήλωση «αυτό-συμμόρφωσης» με τους υφιστάμενους κανονισμούς, εδώ ΚΜΛΕ, και με εν συνεχεία διενεργούμενους δειγματοληπτικούς ex post ελέγχους;»

Καταρχήν τα ζητήματα ασφάλειας και τα επισυμβαίνοντα ατυχήματα στον εξορυκτικό τομέα είναι παράμετρος στατιστικά σημαντική και αφίσταται σε μεγάλο βαθμό από την διεθνή πρακτική στα θέματα υγείας και ασφάλειας άλλων δραστηριοτήτων, οι οποίες ακριβώς λόγω περιορισμένης σοβαρότητας και εντάσεως αποτελεσμάτων υποβάλλονται στη διαδικασία «γνωστοποίησης» και στους «εκ των υστέρων» ελέγχους συμμόρφωσης. Κατά την άποψή μου, η οποία επιβεβαιώνεται από την διεθνή πρακτική, η αδειοδότηση της εξορυκτικής δραστηριότητας με την διαδικασία «γνωστοποίηση+ λειτουργία+εκ των υστέρων έλεγχοι» είναι ανεπαρκής και αναποτελεσματική, τουλάχιστον για τα ζητήματα H&S.

Περαιτέρω, η καλούμενη «τεχνική μελέτη» δεν ασχολείται μόνο με τα ζητήματα ασφαλείας και το H&S riskmanagement. Ασχολείται κυρίως με τον σχεδιασμό και την εφαρμογή κριτηρίων ορθολογικής εξόρυξης/εκμετάλλευσης και βιώσιμης διαχείρισης των διατιθέμενων ορυκτών πρώτων υλών. Όπως είναι γνωστό η «βιωσιμότητα» στην περίπτωση των μη ανανεώσιμων πόρων στοχεύει όχι  στην «εις το διηνεκές» διατήρηση του πόρου, κάτι που προφανώς δεν είναι εφικτό, αλλά στην εφαρμογή βιώσιμων τεχνικών διαχείρισης του (μη ανανεώσιμου) πόρου. Ο στόχος δηλ. δεν είναι η αυστηρή βιωσιμότητα του ορυκτού πόρου η οποία άλλωστε δεν εξασφαλίζεται εφόσον είναι εξαντλήσιμος  αλλά η εφαρμογή εργαλείων-μεθόδων που θα επιτρέπουν την βιώσιμη διαχείριση του πόρου, την βέλτιστη αξιοποίησή του και την συνακόλουθη συμβολή του στην βιώσιμη ανάπτυξη.

Ορισμένα από τα εργαλεία/κριτήρια που χρησιμοποιούνται προς τούτο:  Η ανάλυση σκοπιμότητας και ο ορθολογικός σχεδιασμός της εκμετάλλευσης ώστε αυτή να βασίζεται σε επαρκή και αξιόπιστα στοιχεία που έχουν προκύψει από την εκτέλεση ερευνητικών εργασιών (πχ. η εκτίμηση των αποθεμάτων) και ο συντονισμός των διαφόρων φάσεων εργασίας με σκοπό την αποδοτική χρήση των πόρων («resourceefficiency«), η ορθολογική επιμελητεία υλικών («materialsstewardship«) και ανθρώπινου δυναμικού («humanresourcemanagement«) ώστε να εξασφαλίζεται η απρόσκοπτη παραγωγική ροή της εκμετάλλευσης με το μικρότερο δυνατό κόστος υλικών και ενέργειας, καθώς και η Οικο-αποδοτικότητα («eco-efficiency») ώστε η εκμετάλλευση πέραν από αποδοτική, να γίνεται με όρους Βέλτιστων Διαθέσιμων Τεχνικών (ΒΑΤ’s) και προστασίας του περιβάλλοντος.

Τα παραπάνω κριτήρια, ακόμη και το τελευταίο που σχετίζεται και με το περιβάλλον, εξετάζονται με το παρόν θεσμικό πλαίσιο μόνο στην Τεχνική μελέτη εκμεταλλεύσεως που μάλλον το όνομά της την υποτιμά διότι πρόκειται για τεχνικοοικονομική μελέτη σκοπιμότητας, σχεδιασμού και εφαρμογής της εξόρυξης/εκμετάλλευσης.

Περαιτέρω,  υπάρχουν και τα εργαλεία/κριτήρια που συσχετίζουν τον σχεδιασμό της εκμετάλλευσης με το περιβαλλοντικό αποτύπωμα και που θα μπορούσαν να εξετάζονται και να υλοποιούνται από την σχετική ΑΕΠΟ, κάτι που δυστυχώς δεν γίνεται με το ισχύον πλαίσιο. Ενδεικτικά αναφέρονται: η κατά το δυνατόν ελαχιστοποίηση της επιφάνειας που καταλαμβάνει η εκμετάλλευση, η απόκρυψη θέασης με κατάλληλο προσανατολισμό της εκσκαφής εκμετάλλευσης ώστε να αποφευχθούν τοπικά ευαίσθητες περιοχές, η αξιοποίηση των παραπροϊόντων ή υποπροϊόντων της παραγωγικής διαδικασίας κλπ.

Σε ένα μεγάλο μέρος τα παραπάνω καλύπτονται από τις τεχνικές μελέτες, στο πλαίσιο του τελευταίου κριτηρίου περί οικο-αποδοτικότητας. Για παράδειγμα, κατά την αξιολόγηση της τεχνικής μελέτης επιβάλλεται εκείνος ο προσανατολισμός της εκσκαφής για τον οποίο προκύπτει μικρότερη γωνία παρατήρησης ή ακόμη καλύτερα εκείνος που ει δυνατόν καθιστά μη ορατή την εκσκαφή από τα παραπάνω σημεία ή χώρους. Αυτό έχει σαν αποτέλεσμα την ελαχιστοποίηση της οπτικής/αισθητικής αλλοίωσης του τοπίου.

Οι ΑΕΠΟ περιορίζονται -βάσει των προδιαγραφών τους- στην χωροθέτηση σε σχέση με περιβαλλοντικά ευαίσθητες/προστατευόμενες περιοχές, στην δημιουργία πράσινων ζωνών και χρησιμοποίηση των κατάλληλων υλικών και μεθόδων διαμόρφωσης/αποκατάστασης και την κατάλληλη επιλογή των φυτικών ειδών, στην χρήση ΒΑΤ’s κατά την διαχείριση των εξορυκτικών αποβλήτων/στείρων, στην εξέταση παραγόντων βλαπτικών προς το περιβάλλον, και ειδικότερα τα ύδατα, τον αέρα, το έδαφος, την πανίδα και τη χλωρίδα κλπ.

Το ρίσκο της μη εφαρμογής των ανωτέρων κριτηρίων που εξετάζονται στις μελέτες σχεδιασμού και εφαρμογής (τεχνικές μελέτες) ή για να πούμε τα πράγματα με το όνομά τους, το ρίσκο της κατάργησης έγκρισης των συγκεκριμένων μελετών από την αρμόδια υπηρεσία του ΥΠΕΝ, είναι πέραν των ζητημάτων μη ορθής εφαρμογής των κανόνων ασφαλείας και επαρκούς safetymanagement, η κατασπατάληση και τελικά η απώλεια των τόσο σημαντικών, σπάνιων και δημόσιας ωφελείας μη ανανεώσιμων πόρων. Πράγματι, στις μελέτες αυτές εξετάζεται, για παράδειγμα, αν η εκμετάλλευση, περιορίζεται μόνο στα τμήματα του κοιτάσματος που συγκριτικά έχουν καλύτερη ποιότητα ή μπορούν να εξορυχθούν ευκολότερα και με καλύτερες συνθήκες. Αν διαπιστωθεί αυτό, από την αρμόδια υπηρεσία, επιτάσσεται η αλλαγή του τρόπου εκμετάλλευσης με στόχο την βέλτιστη αξιοποίηση του κοιτάσματος στα πλαίσια των αρχών της βιώσιμης και ισόρροπης ανάπτυξης. Εξετάζεται και επιβάλλεται οι εργασίες να γίνονται με τρόπο ώστε, να μην καταστρέφονται τμήματα του κοιτάσματος που έχουν καταρχήν εμπορεύσιμη ποιότητα, να μην υποβαθμίζεται η ποιότητα του εξορυσσόμενου προϊόντος και να μην απορρίπτονται αξιόλογες ποσότητες χρήσιμων υλικών με τα στείρα, χωρίς να εξασφαλίζεται η δυνατότητα άμεσης ή και μελλοντικής απόληψής τους. Γενικότερα, μέσα από την συγκεκριμένη έγκριση της μελέτης διασφαλίζεται ότι έχει αποφευχθεί κάθε τρόπος κατασπατάλησης ή ευκαιριακής εκμετάλλευσης του κοιτάσματος, εξασφαλίζεται δηλαδή υπό την έννοια της (ασθενούς) βιωσιμότητας, η βιωσιμότητα του μεταλλευτικού πόρου (resourceefficiency).

Χαρακτηριστικό παράδειγμα η χρήση των Εκρηκτικών Υλών (ΕΥ) κατά την εξόρυξη, η οποία εξειδικεύεται και τεκμηριώνεται με τεχνική πληρότητα μόνο στις τεχνικές μελέτες. Η χρήση των ΕΥ δεν αφορά μόνο τα ζητήματα ασφαλείας εργαζομένων και περιοίκων, αλλά και τα κριτήρια που αναφέρθηκαν παραπάνω. Για παράδειγμα, στην εξόρυξη μαρμαροφόρων κοιτασμάτων αν γίνεται μη ορθολογική χρήση ΕΥ (πχ. διαρρηκτικές και όχι μόνο στην φάση της αποκάλυψης), κατασπαταλάται και καταστρέφεται το μαρμαροφόρο κοίτασμα οδηγώντας τελικά στην απώλεια του «δημόσιας ωφέλειας» αυτού πόρου για πάντα!

[ΠΗΓΗ: http://www.oryktosploutos.net/, του Πέτρου Τζεφέρη, 1/12/2016]